ΘΡΑΣΥΜΑΧΟΣ Ο ΧΑΛΚΗΔΟΝΙΟΣ (σοφιστής)
Εισαγωγή
Ο Θρασύμαχος έδρασε στην Αθήνα του ύστερου 5ου αιώνα π.Χ., σε μία περίοδο έντονης πολιτικής ρευστότητας, όπου η πόλη είχε μόλις εξέλθει από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο και η δημοκρατία δοκιμαζόταν από συνεχείς συγκρούσεις. Ως σοφιστής, ανήκει στο κίνημα που επιχειρούσε να μετατοπίσει το κέντρο της φιλοσοφικής σκέψης από τη φυσική θεωρία στην πρακτική γνώση και τη δύναμη του λόγου. Η παρουσία του στην εξέλιξη της ελληνικής σκέψης είναι καίρια, διότι εκφράζει με ακραία καθαρότητα την πεποίθηση ότι η πολιτική τάξη δεν στηρίζεται σε φυσική δικαιοσύνη, αλλά στην ισχύ. Σε σύγκριση με προγενέστερους, όπως οι προσωκρατικοί, διαφοροποιείται πλήρως: δεν αναζητά κοσμοθεωρητική ἀρχή, αλλά εξετάζει τους νόμους ως κοινωνικές κατασκευές. Σε σχέση με συγχρόνους του όπως ο Πρωταγόρας, κινείται σε πιο κυνική, διακηρυκτικά ρεαλιστική γραμμή.
Ο Αριστοτέλης αναφέρεται συχνά σε σοφιστές που ταυτίζουν δίκαιο και συμφέρον (Ρητορική Α΄13, 1373b2–4), κατηγορώντας τους ότι συγχέουν τον φυσικό με τον συμβατικό νόμο — πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται σαφώς και ο Θρασύμαχος.Βιογραφικά και Ιστορικά Στοιχεία
Για τον βίο του Θρασύμαχου (459 - 460) διαθέτουμε λίγες ασφαλείς πληροφορίες. Καταγόταν από τη Χαλκηδόνα και δίδαξε στην Αθήνα, όπου απέκτησε φήμη για την τόλμη και την επιθετικότητα του λόγου του. Ανήκε στον κύκλο των σοφιστών που περιλάμβανε τον Πρωταγόρα, τον Γοργία και τον Ιππία.
Ο Διογένης Λαέρτιος τον μνημονεύει ως «λόγων δεινόν» και «ισχυρογνώμονα» (Βίοι Φιλοσόφων II 60), επιβεβαιώνοντας την πλατωνική εικόνα της ορμητικότητάς του.
Κύρια πηγή αποτελεί η πλατωνική Πολιτεία, Α΄ βιβλίο (336b–354c). Δεν σώζονται αυτόνομα έργα του · οι μαρτυρίες του Αριστοτέλη και του Λαερτίου συμπληρώνουν την εικόνα.Κεντρικές Έννοιες και Αρχές
Ο Θρασύμαχος δεν αναζητά κοσμολογική ἀρχή· η θεμελιώδης αρχή της σκέψης του είναι η ισχύς ως ρυθμιστής των ανθρωπίνων σχέσεων. Ορίζει τον νόμο ως «τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον» (Πολιτεία 338c), «το συμφέρον του ισχυρότερου».
Με την έννοια αυτή, το περιεχόμενο του νόμου δεν είναι αντικειμενικό· εμπεριέχει την βούληση και προκύπτει από την επιβολή των αρχόντων. Όπως συμπληρώνει: «ἕκαστον πολίτευμα τίθεται τοῖς ἄρχουσι τὸ συμφέρον νόμον» (Πολιτεία 338e). «κάθε πολίτευμα θεσπίζει νόμο που υπηρετεί το συμφέρον των αρχόντων του».
Η σύλληψή του βρίσκεται σε συνάφεια με τις παρατηρήσεις του Αριστοτέλη περί «παρανόμων» που υπηρετούν το ιδιωτικό συμφέρον αντί του κοινού καλού (Πολιτικά Γ΄7, 1279a17–21).Γνωσιολογία και Μεθοδολογία
Ο Θρασύμαχος δεν αναπτύσσει αυτόνομη γνωσιολογική θεωρία. Στην Πολιτεία, όμως, αντιλαμβανόμαστε τη μέθοδό του από τον τρόπο που πιέζει τον Σωκράτη: «οὐ γὰρ ἔφη φεύξῃ με, ἀλλ᾽ ἀποδώσεις» (Πολιτεία 336c). Μετάφραση: «δε θα μου ξεφύγεις, αλλά θα μου δώσεις απάντηση».
Η αλήθεια, γι’ αυτόν, δεν συνδέεται με αναζήτηση κάποιας αντικειμενικής πραγματικότητας αλλά με την αποτελεσματικότητα του λόγου.
Αριστοτέλης, αναφερόμενος στους σοφιστές, σημειώνει ότι πολλοί εξ αυτών «ποιεῖν σοφιστικοὺς λόγους ἕνεκα κέρδους» (Σοφιστικοὶ Ἔλεγχοι 165a22), κάτι που ταιριάζει στη θρασύμαχειο πρακτική.Ανθρωπολογία
Η εικόνα του ανθρώπου που συνάγεται από τις θέσεις του Θρασύμαχου είναι εκείνη ενός όντος που επιδιώκει το συμφέρον και την ισχύ. Στην περίφημη διατύπωση ότι ο δίκαιος «ἄλλου ἀρχομένου βίον διάγει» (Πολιτεία 344c–344d), μετάφραση: «ζει υπό την εξουσία κάποιου άλλου», καταγράφεται η πεποίθησή του ότι η δικαιοσύνη οδηγεί σε μειονεκτική θέση.
Το τέλος της ανθρώπινης ύπαρξης, αν συναγάγουμε από τα συμφραζόμενα, δεν είναι η αρετή αλλά η επιτυχία μέσο της ισχύος.
Ο Αριστοτέλης αντιπαραβάλλει τέτοιες θέσεις υποστηρίζοντας ότι ο άνθρωπος είναι «φύσει πολιτικόν ζῷον» (Πολιτικά Α΄2, 1253a3), άρα το συμφέρον δεν μπορεί να νοηθεί αμιγώς ατομικά.Ηθική Φιλοσοφία
Ο Θρασύμαχος υποστηρίζει ότι η αδικία, όταν ασκείται σε μεγάλη κλίμακα, είναι «σοφία» και «ἀρετή» (Πολιτεία 348c). Μετάφραση: «είναι σοφία και αρετή».
Η ευδαιμονία ταυτίζεται με την επιβολή και όχι με την ηθική στάση. Ο τύραννος, κατά τη συλλογιστική του, ζει καλύτερα από τον δίκαιο. Η παράδοση της παιδείας δεν τον ενδιαφέρει ως ηθική διαμόρφωση αλλά ως μέσο χειραγώγησης. Ο Αριστοτέλης θα απορρίψει ρητώς την ταύτιση αδικίας και ευδαιμονίας (Ηθικά Νικομάχεια Ε΄1, 1129b10–15).
Το ερώτημα αν ο Θρασύμαχος απλώς περιγράφει την κατάσταση ή αν την υιοθετεί και ως προσωπική του θέση για πολλούς παραμένει ανοιχτό. Ορθότερη όμως φαίνεται η πρώτη εκδοχή. Το ύφος του, επιθετικό και προκλητικό, δείχνει ότι θέλει να κλονίσει τις συμβατικές αντιλήψεις περί δικαίου· δεν έχουμε όμως ασφαλές τεκμήριο ότι θεωρεί την αρχή του «κρείττονος» ως δική του ηθική προτίμηση. Η παράδοση τον παρουσιάζει πρωτίστως ως σοφιστή και ρήτορα, δηλαδή ως διδάσκαλο επιχειρημάτων και όχι ως φορέα μιας συνεκτικής φιλοσοφικής διδασκαλίας. Σε αυτό συνηγορεί και ο Αριστοτέλης, ο οποίος αντιμετωπίζει τους σοφιστές ως επαγγελματίες της ρητορικής τέχνης και όχι της αναζήτησης της αλήθειας (Ρητορική 1355b–1356a). Ο Διογένης Λαέρτιος, από την πλευρά του, μνημονεύει τον Θρασύμαχο μόνο παρεμπιπτόντως, εντάσσοντάς τον στον κύκλο των ρητόρων και διδασκάλων λόγου (VIII.82), χωρίς να αποδίδει σε αυτόν αυτόνομο φιλοσοφικό σύστημα. Έτσι, η περίφημη θέση για το δίκαιο πρέπει να ιδωθεί ως διαπιστωτική και ανατρεπτική παρατήρηση, όχι ως ομολογία προσωπικής ηθικής δέσμευσης.
Πολιτική Θεωρία
Κεντρική έννοια στην θεωρία του Θρασυμάχου είναι η δύναμη, η πολιτική δύναμη. Ο Θρασύμαχος δεν προσφέρει έναν συστηματικό ορισμό της δύναμης· η έννοια λειτουργεί περισσότερο ως δεδομένο της πολιτικής πραγματικότητας. Η δύναμη δεν ορίζεται αλλά φαίνεται μέσα από τη δυνατότητα της εξουσίας να μετατρέπει το συμφέρον της σε καθολικό κανόνα. Η επιβολή νόμων που υπηρετούν τον άρχοντα καθιστά τη δύναμη όχι αφηρημένη έννοια, αλλά κυριαρχία στην πράξη, την ικανότητα να ορίζεις το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνται οι άλλοι. Η πολιτική σκέψη του Θρασύμαχου κορυφώνεται όταν διαπιστώνει, ότι η πόλις είναι χώρος σύγκρουσης συμφερόντων και ο νόμος όργανο επιβολής. «ἕκαστον πολίτευμα…» (Πολιτεία 338e), ο νόμος εξυπηρετεί αποκλειστικά τους άρχοντες. Η αρμονία ατόμου και κοινότητας είναι ανέφικτη, αφού η κοινότητα υπηρετεί τα συμφέροντα των κρατούντων. Στο ίδιο πνεύμα ο Αριστοτέλης επικρίνει τις «παρεκβάσεις» πολιτευμάτων που υπηρετούν το ιδιωτικό συμφέρον (Πολιτικά Γ΄6–7, 1279a).
Πολιτική και νομική προσέγγιση του Θρασύμαχου συνδέονται άρρηκτα. Ειδικότερα ως ορολογική διασάφηση χρήσιμη για την ορθή κατανόηση της περί δικαίου περί δικαίου θεωρίας του Θρασύμαχου πρέπει να επισημανθεί ότι δεν διακρίνει ανάμεσα στο δίκαιο και τον νόμο, το φυσικό δίκαιο και την δικαιοσύνη από το γραπτό δίκαιο. Γι αυτό και η ορθή προσέγγιση σύμφωνα με τα σύγχρονα δεδομένα απαιτεί πρωτιστως την ανάγνωση του όρου “νόμος” όπου εκείνος αναφέρεται στο “δίκαιο”. Η περίφημη φράση: ότι «τὸ δίκαιον οὐκ ἄλλο τι ἢ τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον» (Πλάτων, Πολιτεία 338c–339a) αποδίδει με ευκρίνεια και πυκνότητα το κεντρικό νόημα της θρασυμάχειας θεωρίας
Θεολογία και Κοσμολογία
Ο Θρασύμαχος δεν διατυπώνει θεολογικές ή κοσμολογικές θεωρίες. Ο κόσμος για αυτόν δεν διέπεται από θεία τάξη. Η απουσία θεολογικής εγγύησης ενισχύει τον ριζικό ανθρωποκεντρισμό της θεώρησης του δικαίου.
Ο Διογένης Λαέρτιος τον παραθέτει μαζί με σοφιστές που δεν αναγνωρίζουν υπερβατικό θεμέλιο του δικαίου (Βίοι II 60).Επίδραση και Κριτική
Η σκέψη του Θρασύμαχου άσκησε ισχυρή επίδραση ως παράδειγμα ακραίου πολιτικού ρεαλισμού. Η έντονη αντίδραση του Πλάτωνα στο Α΄ βιβλίο της Πολιτείας καθόρισε τη μετέπειτα συζήτηση περί δικαιοσύνης. Οι νεοπλατωνικοί και οι χριστιανοί σχολιαστές τον απέρριψαν ως ανήθικο.
Στη νεότερη εποχή θεωρείται πρόδρομος της ρεαλιστικής πολιτικής θεωρίας, προσεγγίζοντας σε ορισμένα σημεία τον Μακιαβέλι. Η σύγχρονη σημασία του έγκειται στο ότι αναδεικνύει την σκοτεινή διάσταση της πολιτικής εξουσίας, την οποία η ηθική φιλοσοφία δεν μπορεί να παραβλέψει.
Η θέση του Θρασύμαχου στην Πολιτεία ότι «δίκαιον ἐστὶ τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον» (Πλάτων, Πολιτεία 338c–339a) αποτελεί την πρώτη συστηματική διατύπωση της άποψης ότι ο νόμος και η δικαιοσύνη δεν είναι αντικειμενικές έννοιες, αλλά κατασκευές εξουσίας. Αυτή η ιδέα, αν και συχνά απορριπτική στον πλατωνικό λόγο, επιβιώνει σε διάφορες μορφές στη νεότερη πολιτική και νομική φιλοσοφία.
α. Μακιαβέλι και η πραγματιστική εξουσία: Ο Νικολό Μακιαβέλι δεν εκφέρει κανονιστική θέση όπως ο Θρασύμαχος, αλλά περιγράφει ότι η εξουσία παράγει αυτό που θεωρείται ηθικό ή δίκαιο. Στον Ηγεμόνα υποστηρίζει ότι ο άρχοντας ορίζει το “χρηστόν” και το “άδικον” ανάλογα με τη διατήρηση της ισχύος του (Μακιαβέλι, Il Principe, κεφ. XV–XVIII). Εδώ το δίκαιο δεν είναι συμφέρον του ισχυρού με θρασυμαχικό τρόπο, αλλά η αποτελεσματικότητα γίνεται η πηγή της νομιμοποίησης. – Il Principe, κεφ. XV (“De’ Cose per le quali gli uomini, e specialmente i principi, sono laudati o vituperati”).
– κεφ. XVIII (“In che modo i principi debbano mantenere la fede”).
β. Χομπς: ο κυρίαρχος ως πηγή δικαίου: Ο Τόμας Χομπς συστηματοποιεί κάτι που μοιάζει επιφανειακά με τη θέση του Θρασύμαχου: το δίκαιο πηγάζει από τον κυρίαρχο. «Αδίκως πράττει εκείνος που παραβαίνει τα διατάγματα του κυριάρχου» (Χομπς, Leviathan, κεφ. XXVI). Όμως το θεμέλιο αυτής της κυριαρχίας δεν είναι το “συμφέρον του ισχυρού”, αλλά η ανάγκη της κοινωνίας για ειρήνη. – Hobbes, Leviathan, Part II, Ch. 26 (“Of Civil Laws”).
γ. Νίτσε: η ηθική ως κατασκευή ισχύος: Ο Νίτσε είναι αυτός που βρίσκεται πιο κοντά στο πνεύμα του Θρασύμαχου. Στη Γενεαλογία της Ηθικής υποστηρίζει ότι οι αξίες —άρα και το αίσθημα του δικαίου— δεν είναι ουδέτερες, αλλά προϊόντα ιστορικών σχέσεων δύναμης. Η “ηθική των δούλων” διαμορφώνεται από τους αδύναμους για να δεσμεύσουν τους ισχυρούς (Νίτσε, Zur Genealogie der Moral, Ι, §§10–14). Εδώ η θρασυμαχική ιδέα επανέρχεται σε βαθύτερο, γενεαλογικό επίπεδο: οι αξίες δεν είναι αληθείς ή δίκαιες· είναι όπλα σε αγώνα εξουσίας. – Nietzsche, Zur Genealogie der Moral, Erste Abhandlung, §§10–14.
δ. Αμερικανικός νομικός ρεαλισμός & Critical Legal Studies (CLS): Οι ρεαλιστές (Holmes, Frank) και αργότερα το κίνημα CLS υποστηρίζουν ότι το δίκαιο δεν είναι ουδέτερη τεχνική, αλλά θεσμική πρακτική που αντανακλά συμφέροντα και σχέσεις εξουσίας. Ο Roberto Unger και ο Duncan Kennedy επισημαίνουν ότι ο νόμος λειτουργεί ως εργαλείο της κοινωνικά κυρίαρχης ομάδας. Αυτό αποτελεί την μοντέρνα εκδοχή της θρασυμαχικής θέσης: το δίκαιο είναι συμφέρον της εκάστοτε κοινωνικά ισχυρής τάξης. – Oliver Wendell Holmes, “The Path of the Law” (1897). – Duncan Kennedy, “Legal Education and the Reproduction of Hierarchy” (1982). – Roberto Mangabeira Unger, The Critical Legal Studies Movement (1983).
ε. Η σχέση με τη μαρξιστική θεωρία: Ο Μαρξ δεν διατυπώνει μια αισθητική ή κυνική θέση όπως ο Θρασύμαχος. Διατυπώνει μια ιστορικο-υλιστική θεωρία του δικαίου: (α) Το δίκαιο είναι μέρος της “υπερδομής” (Überbau) Απορρέει από τον τρόπο παραγωγής και την ταξική δομή (Μαρξ, Zur Kritik der politischen Ökonomie, Πρόλογος). (β) Η άρχουσα τάξη παράγει το δίκαιο “Οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης είναι σε κάθε εποχή οι κυρίαρχες ιδέες” (Μαρξ – Ένγκελς, Die deutsche Ideologie, κεφ. Ι). (γ) Το δίκαιο λειτουργεί ως εργαλείο ταξικής κυριαρχίας. Στα Grundrisse και στο Κεφάλαιο, ο νόμος της ιδιοκτησίας θεμελιώνει τη δύναμη του κεφαλαίου. Εδώ εμφανίζεταυ μια βαθιά δομική εκδοχή της θρασυμαχικής θέσης: όχι “το συμφέρον του ισχυρού ατόμου”, αλλά το συμφέρον της κυρίαρχης τάξης. – Karl Marx, Zur Kritik der politischen Ökonomie (1859), Vorwort. – Marx–Engels, Die deutsche Ideologie (1845–46), Τμήμα Ι, “Die herrschenden Ideen”. – Karl Marx, Das Kapital, Bd. I, κεφ. 6, 24.
Πηγές και Βιβλιογραφία
Πρωτογενείς πηγές
Πλάτων, Πολιτεία, περ. 380 π.Χ.
Αριστοτέλης, Ρητορική, περ. 330 π.Χ.
Αριστοτέλης, Πολιτικά, περ. 330 π.Χ.
Διογένης Λαέρτιος, Βίοι Φιλοσόφων, περ. 230 μ.Χ.
Δευτερογενείς πηγές
Guthrie W.K.C., A History of Greek Philosophy (1969)
Kerferd G.B., The Sophistic Movement (1981)
Taylor C.C.W., Plato: Protagoras and the Sophists (1991)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου