Ανδρέας
Γ. Δημητρόπουλος
Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου
Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
1. Ερώτημα: Τίθεται το θεμελιώδες ερώτημα: κατά πόσο οι Δανειακές Συμβάσεις και τα
Μνημόνια, και ο τρόπος που αυτές συνήφθησαν, ψηφίστηκαν και υπεγράφησαν,
αντίκεινται στις Θεμελιώδεις Αρχές ή Θεσμούς του Δημοκρατικού Πολιτεύματος[1]. Το
κεντρικό ερώτημα που διαμορφώνεται στο πλαίσιο της έρευνας της
συνταγματικότητας των μνημονιακών κειμένων είναι το εξής: Αναμφίβολα τα μνημονιακά κείμενα στο σύνολό
τους προκαθορίζουν την πολιτική της Χώρας σχεδόν σε όλους τους τομείς και
επιβάλλουν την εφαρμογή της από τα όργανα της Ελληνικής Δημοκρατίας. Είναι ο
προκαθορισμός της κυβερνητικής πολιτικής από τις δανειακές συμβάσεις και τα
μνημόνια σύμφωνος προς το Ελληνικό Σύνταγμα[2];
2. Συνοπτική απάντηση: Η συνοπτική απάντηση
στο παραπάνω κεντρικό ερώτημα έχει ως εξής:
Με το σύνολο των δανειακών συμβάσεων και μνημονίων, που έχουν
υπογραφεί κατά τα τελευταία έτη, για πρώτη φορά στην ιστορία της Χώρας, η
παροχή χρηματικού δανείου προς την Ελλάδα συνδέεται με μακροχρόνιο και
εκτεταμένο προκαθορισμό της κρατικής πολιτικής και την εφαρμογή σε μεγάλη
έκταση και επί μακρό χρόνο συγκεκριμένης έξωθεν υπαγορευόμενης πολιτικής σε
όλους σχεδόν του τομείς, υπό την διαρκή απειλή της μη καταβολής της εκάστοτε
δανειακής δόσης. Ο εξωτερικός,
εκτεταμένος και μακροχρόνιος προκαθορισμός της κρατικής και κυβερνητικής
πολιτικής έναντι (υπό τον εξαναγκασμό) της παροχής χρηματικού δανείου
και της εκταμίευσης των δόσεων είναι αντίθετος προς το Σύνταγμα και
συγκεκριμένα αντίκειται κυρίως : α) στην Αρχή της Εθνικής Κυριαρχίας β) στην Αρχή της Λαϊκής Κυριαρχία, στην
Δημοκρατική αλλά και την Αντιπροσωπευτική Αρχή γ) στην Αρχή του Κοινωνικού
Κράτους Δικαίου. Οι δύο πρώτες αρχές
θίγονται εξ αυτού τούτου του προκαθορισμού και της έξωθεν επιβολής
συγκεκριμένης πολιτικής, ανεξαρτήτως του περιεχομένου της. Η τρίτη θεμελιώδης
αρχή θίγεται από την εφαρμογή της εμπεριεχόμενης στο μνημόνιο και έξωθεν
επιβαλλόμενης πολιτικής.
3. «Εξωδανειακό περιεχόμενο»: Η πρώτη παρατήρηση αφορά το άσχετο προς
το περιεχόμενο του δανείου «εξωδανειακό περιεχόμενο των μνημονιακών
κειμένων. Με τις δανειακές συμβάσεις και
τα μνημόνια, που έχουν υπογραφεί από το 2010 μέχρι σήμερα για πρώτη φορά στην Ελλάδα, η σύναψη δανείου
και η εκταμίευση των δόσεων συνδέεται «συμβατικά» με όρους εντελώς ξένους προς
το κυρίως περιεχόμενο του δανείου (ποσό δανείου, δόσεις, αποπληρωμή κλπ) και
περιλαμβάνει πλήθος άλλων ρυθμίσεων (εξωδανειακό περιεχόμενο). Πρόκειται για
όρους που δεν ήταν στο παρελθόν συνήθεις σε κείμενα δανειακών συμβάσεων ακριβώς
διότι είναι άσχετοι προς το περιεχόμενο του δανείου. Δεν είναι δυνατό σε
δανειακή σύμβαση να καθορίζεται λχ το διαιτολόγιο του οφειλέτη με το επιχείρημα
ότι η επιβαλλόμενη οικονομία εξασφαλίζει την αποπληρωμή του δανείου. Με την
ίδια επομένως λογική δεν είναι δυνατό να καθορίζεται με δανειακές συμβάσεις και
μνημόνια η πολιτική ενός κράτους, η μείωση του αριθμού των υπαλλήλων, η
περικοπή των κοινωνικών δαπανών κλπ με το επιχείρημα της αποπληρωμής του
δανείου.
4. Προκαθορισμός της κρατικής/κυβερνητικής πολιτικής: Ήδη με την πρώτη
ανάγνωση, αλλά πολύ περισσότερο μετά από εγγύτερη προσέγγιση, των μνημονιακών
κειμένων και κυρίως του «εξωδανειακού» περιεχομένου τους διαπιστώνεται, ότι
πρόκειται για όρους που προκαθορίζουν και επί μακρό χρόνο σε και σε μεγάλη
έκταση, σε όλους σχεδόν του τομείς, το σύνολο περίπου της κρατικής πολιτικής.
Περιέχουν δηλαδή υποδείξεις και
δεσμεύσεις των οργάνων της Ελληνικής Δημοκρατίας ως προς την συνολική πολιτική
που πρέπει να ακολουθήσουν,
προκαταλαμβάνουν και προκαθορίζουν το
περιεχόμενο των πράξεων, που πρόκειται να εκδώσουν, δηλαδή κανονιστικών πράξεων
αλλά και νόμων, θέτουν μάλιστα χρονικά πλαίσια μέσα στα οποία πρέπει να
εκδοθούν.
5. Εξωδανειακό περιεχόμενο και προκαθορισμένη πολιτική: Διαπιστώνεται
δηλαδή ότι αυτό το οποίο προηγουμένως χαρακτηρίστηκε ως «εξωδανειακό
περιεχόμενο» ταυτίζεται βασικά με τον προκαθορισμό της πολιτικής της Ελληνικής
Δημοκρατίας, με άλλα λόγια το παρεχόμενο δάνειο (βλ κυρίως τις δανειακές
συμβάσεις) συνδέεται με την εφαρμογή συγκεκριμένης πολιτικής. Με τα μνημονιακά
κείμενα οι δανειστές δεν δανείζουν απλώς, αλλά προκαθορίζουν την πολιτική του
Ελληνικού Κράτους, δηλαδή κατ’ ουσίαν ασκούν αρμοδιότητες, τις οποίες το
Σύνταγμα αναθέτει σε όργανα της Ελληνικής Δημοκρατίας, υπό την έννοια ότι με
την απειλή του δανείου και της εκταμίευσης των δόσεων εξαναγκάζουν τα όργανα
του Ελληνικού Κράτους να ασκήσουν συγκεκριμένη πολιτική. Με τις δανειακές συμβάσεις και μνημόνια επιβάλλεται
από τους δανειστές στην Ελληνική Δημοκρατία να εφαρμόσει μακροχρόνια και σε
μεγάλη έκταση συγκεκριμένη πολιτική
έναντι της παροχής χρηματικού δανείου.
Προκαθορισμός
Πολιτικής και Σύνταγμα: Η συνολική δανειακή σύμβαση δεν περιορίζεται, όπως
θα έπρεπε, αυστηρά στο περιεχόμενο του βασικού της ρυθμιστικού αντικειμένου,
δηλαδή του δανείου (ποσό δανείου, χρόνος, δόσεις τρόπος αποπληρωμής, τόκοι κλπ)
αλλ’ επεκτείνεται και σε πολλά άλλα θέματα, τα οποία όμως εμπίπτουν στο
ρυθμιστικό περιεχόμενο του Συντάγματος, ανήκουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα
των οργάνων της Ελληνικής Δημοκρατίας και δεν είναι δυνατή η συμβατική ή με
παρόμοιο τρόπο ρύθμισή τους. Δανειακές συμβάσεις και μνημόνια που εξαρτούν τη
παροχή χρηματικού δανείου στην Ελληνική Δημοκρατία και την εκταμίευση των
δόσεων δανείου, από την εφαρμογή λεπτομερούς μακροχρόνιου και εκτεταμένου
προκαθορισμού του συνόλου σχεδόν της κρατικής πολιτικής, δεν είναι σύμφωνες προς τις συνταγματικές
διατάξεις και οδηγούν αναπόφευκτα σε μη επιτρεπόμενη συνταγματικά εξάρτηση της
χώρας από τη θέληση των δανειστών. Το συνταγματικά προβληματικό εξωδανειακό
περιεχόμενο του μνημονίου εμπεριέχει προκαθορισμό της κρατικής πολιτικής, που αντιβαίνει
στην αρχή της Εθνικής Κυριαρχίας, την
Αρχή της Λαϊκής Κυριαρχίας και την
αντιπροσωπευτική αρχή, αλλά και στην αρχή του Κοινωνικού Κράτους Δικαίου.
6. Η Αρχή της Εθνικής Κυριαρχίας: Η Εθνική Κυριαρχία είναι συνυφασμένη
με αυτή την ίδια την υπόσταση του Εθνικού Κράτους και του Συντάγματος[3]. Η
κρατική εξουσία είναι εξ ορισμού κυρίαρχη εξουσία. Κατά την αρχή της Εθνικής
Κυριαρχίας υποκείμενο του καθορισμού της
κρατικής πολιτικής είναι το ίδιο το ανεξάρτητο κράτος μέσω των αρμοδίων οργάνων
του, όπως αυτά καθορίζονται στο Σύνταγμα. Στο στοιχειώδες περιεχόμενο της αρχής
της εθνικής κυριαρχίας ανήκει η νομική και πραγματική ικανότητα των κρατικών
οργάνων να αποφασίζουν σε πλήρη κυριαρχία για τα ζητήματα της αρμοδιότητάς τους
υπέρ του συμφέροντος του Ελληνικού Λαού. Ο καθορισμός της κρατικής πολιτικής
βρίσκεται στον στενό πυρήνα της εθνικής κυριαρχίας, ανήκει κατά το Σύνταγμα
αποκλειστικά στην αρμοδιότητα των εθνικών κρατικών οργάνων και συντελείται
σύμφωνα με όσα ορίζει το πολίτευμα. Η εθνική κυριαρχία είναι αναπαλλοτρίωτη,
αμεταβίβαστη. Δεν είναι δυνατός ο καθ΄ οιονδήποτε τρόπο περιορισμός της Εθνικής
Κυριαρχίας, παρά μόνον και υπό τις προϋποθέσεις που επιτρέπει το Σύνταγμα, οι
οποίες και δεν συντρέχουν εν προκειμένω[4]. Η εθνική κυριαρχία, στην οποία ανήκει ο
καθορισμός της κρατικής πολιτικής, είναι «extra commercium», είναι εκτός συναλλαγής, και δεν μπορεί επομένως να
είναι αντικείμενο οποιασδήποτε συμφωνίας, δανειακής ή άλλης σύμβασης ή
μνημονίου κλπ. και δεν μπορεί επομένως
να περιορισθεί ή να παραχωρηθεί, παρά μόνον αν το Σύνταγμα το προβλέπει.
Αντίκειται στο Ελληνικό Σύνταγμα οποιοσδήποτε συμβατικός όρος εμπεριέχει
«δέσμευση» απαλλοτρίωση, μεταβίβαση ή περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας ή
παραίτηση από αυτή. Όταν επομένως η κρατική πολιτική δεν σχηματίζεται από την
ελεύθερη βούληση των κρατικών οργάνων, αλλά προκαθορίζεται από εξωτερικούς παράγοντες, τότε τίθεται
ζήτημα εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, που αποτελεί τη βάση της υπόστασης και
της λειτουργίας του Συντάγματος και του Πολιτεύματος. Οι δανειακές συμβάσεις και τα μνημόνια είναι
αντίθετα στην αρχή της Εθνικής και Λαϊκής Κυριαρχίας, καθόσον μέσω αυτών
επιβάλλεται ξένη εκτός του Κράτους θέληση, ενώ τα όργανα της Ελληνικής
Δημοκρατίας ως όργανα ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους πρέπει να αποφασίζουν
εν πλήρη κυριαρχία προς το συμφέρον του Ελληνικού Λαού. Όταν το Σύνταγμα στο
άρθρο 82 παρ. 1 αναφέρει: Η Κυβέρνηση
καθορίζει και κατευθύνει τη γενική πολιτική της Χώρας σύμφωνα με τους ορισμούς
του Συντάγματος και των νόμων, εννοεί και επιτάσσει, ότι αποφασίζει εν
πλήρη κυριαρχία προς το συμφέρον του Ελληνικού Λαού και δεν δεσμεύεται υπό
οποιαδήποτε έννοια από κείμενο άλλο εκτός του Ελληνικού Συντάγματος. Δεν είναι
επομένως σύμφωνο προς το Σύνταγμα οποιοδήποτε
κείμενο προκαθορίζει και κατευθύνει τη γενική πολιτική της Χώρας και προβλέπει
οποιοδήποτε έλεγχο, αν πράγματι εφαρμόστηκε η συγκεκριμένη προκαθορισμένη
πολιτική. Αλλά και οι διατάξεις που προσδιορίζουν τη λειτουργία του Ελληνικού
Κοινοβουλίου, άρθρ. 51 επ. 73 επ. Σ, προϋποθέτουν ότι το Ελληνικό Κοινοβούλιο
αποφασίζει εν πλήρη κυριαρχία προς όφελος του Ελληνικού Λαού και όχι υπό το
κράτος απειλών – όπως πχ της καταβολής της επόμενης δόσεως – καθόσον ένας
τέτοιος εξαναγκασμός αποτελεί ανεπίτρεπτη επέμβαση μη συνταγματικά
προβλεπόμενης εξουσίας (της εξουσίας των δανειστών) και προσβολή της αρχής της
Εθνικής Κυριαρχίας και της ανεξαρτησίας της Χώρας. Ο προκαθορισμός της κρατικής πολιτικής που εμπεριέχεται στο
μνημόνιο και η επιβολή συγκεκριμένης πολιτικής από δανειστές του Ελληνικού
Κράτους, αντιβαίνει στην αρχή της Εθνικής Κυριαρχίας, η οποία αποτελεί τη βάση της όλης της
συνταγματικής ρύθμισης. Η εθνική κυριαρχία θίγεται εφόσον τα κρατικά όργανα
αναγκάζονται μέσω του μνημονίου να εφαρμόζουν συγκεκριμένη πολιτική, σε πολλές
περιπτώσεις αντίθετη προς τη θέλησή τους, όπως άλλωστε επανειλημμένα έχουν
δηλώσει Έλληνες υπουργοί και άλλοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι[5].
Ανήκει σήμερα στα διδάγματα της κοινής πείρας, ότι η ακολουθούμενη από τα
ελληνικά κρατικά όργανα πολιτική προκαθορίζεται, μέχρι και των τελευταίων
λεπτομερειών, από τις διατάξεις των δανειακών συμβάσεων και των μνημονίων. Η
αρχή της Εθνικής Κυριαρχίας παραβιάζεται όταν η εφαρμοζόμενη πολιτική επιβάλλεται από ξένους φορείς και όταν η
εφαρμογή της ελέγχεται και εποπτεύεται από αυτούς. Ζητήματα που ανήκουν στην αποκλειστική
αρμοδιότητα της Ελληνικής Πολιτείας, όπως μετ. άλ. ο καθορισμός των μισθών, των
συντάξεων και των επιδομάτων, θέματα τοπικής αυτοδιοίκησης, οργάνωσης και
στελέχωσης των δημοσίων υπηρεσιών, ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων, η ιδιωτικοποίηση οργανισμών δημόσιου
χαρακτήρα, η εκποίηση δημόσιας περιουσίας,
χωρίς υπερβολή όλα σχεδόν τα θέματα που συνθέτουν την κρατική πολιτική,
για την οποία αρμόδια και υπεύθυνη είναι κατά το Σύνταγμα αποκλειστικά και μόνο
η ελληνική πολιτεία έχουν περιέλθει στον έλεγχο ξένων παραγόντων και δεν
ρυθμίζονται ουσιαστικά από τα αρμόδια όργανα.
Ακόμη και για αυτή την ψήφιση του κρατικού προϋπολογισμού μετέδιδαν τα
ΜΜΕ, ότι προωθείται η «μονομερής» ψήφισή της, δηλαδή ανεξάρτητα από την προηγούμενη
έγκριση των δανειστών και ο όρος αυτός τείνει πλέον να καθιερωθεί για να
αποδώσει τις … εξαιρετικές κατά τις οποίες η ελληνική πλευρά δεν κινείται σε
απόλυτη συμφωνία με τις υποδείξεις των δανειστών.
7. Προκαθορισμένη πολιτική έναντι δανείου: Με τα μνημονιακά έγγραφα,
τις δανειακές συμβάσεις και τα μνημόνια, δάνειο και πολιτική αν και άσχετα
μεταξύ τους, συνδέονται σε ενιαίο σύνολο. Η σύναψη δανείου είναι ζήτημα καθαρά
οικονομικό και πρέπει να περιορίζεται στους οικονομικούς όρους. Ως ζήτημα
ανεξάρτητο από τον τρόπο σχηματισμού της κρατικής θέλησης δεν επιτρέπεται να
συνδέεται με την εφαρμογή προκαθορισμένης από τους δανειστές πολιτικής. Η αρχή της Εθνικής Κυριαρχίας και η Δημοκρατική Αρχή παραβιάζονται όταν η
εφαρμοζόμενη πολιτική επιβάλλεται από
ξένους φορείς, τους δανειστές του κράτους και όταν η εφαρμογή της πολιτικής
εποπτεύεται από αυτούς. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν η εφαρμογή της προκαθορισμένης
πολιτικής από το δανειζόμενο κράτος και η τήρηση των επιταγών της επιδιώκεται
εκβιαστικά με οποιοδήποτε τρόπο, όπως λχ με τη χορήγηση δανείου και την
εκταμίευση των δόσεων. Στις περιπτώσεις αυτές η συμπεριφορά του οφειλέτη και
οποιαδήποτε σχετική σύμβαση ή άλλη πράξη ως αποτέλεσμα εκμετάλλευσης της
ανάγκης του δανειζόμενου κράτους, αντίκειται προς γενικότερα παραδεδεγμένες
αρχές του διεθνούς και του εσωτερικού δημοσίου δικαίου, καθόσον το δάνειο
χρησιμοποιείται ως ισχυρότατο όπλο υποταγής του οφειλέτη. Αυτή και μόνη η εξάρτηση της παροχής δανείου
και εκταμίευσης των δόσεων από την εφαρμογή συγκεκριμένης πολιτικής, εμπεριέχει
αντίθετη προς την αρχή της Εθνικής Κυριαρχίας και τη Δημοκρατία υποταγή του
οφειλέτη στη βούληση του δανειστή. Όπως άλλωστε επεσήμαινε ο αρχαίος έλληνας
ποιητής του 4ου πΧ αιώνα Μένανδρος, «τα δάνεια δούλους τους ελευθέρους ποιεί». Στις ίδιες επισημάνσεις
προβαίνει και ο Πλούταρχος (περί του μη δειν δανείζεσθαι, Ηθικά). Η υπογραφή συμβάσεων μνημονίων κλπ, που
προκαθορίζουν την κρατική πολιτική, με τις οποίες δηλαδή η Ελλάδα υπόσχεται με
αντιστάθμισμα τη παροχή δανείου να εφαρμόσει συγκεκριμένη πολιτική που αφορά
αποκλειστικά στα εσωτερικά του Ελληνικού Κράτους, οδηγεί στην υποβάθμιση της Ελληνικής
Δημοκρατίας ως κυρίαρχου και ανεξάρτητου κράτους.
8. Αρχή της Λαϊκής Κυριαρχίας: Κατά το άρθρο 1 του ισχύοντος
Συντάγματος το πολίτευμα της Ελλάδος είναι Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική
Δημοκρατία και συγκεκριμένα όχι αμιγώς αντιπροσωπευτική, αλλά «μικτή
Δημοκρατία», καθόσον, μετ. άλ., στο άρθρο 44 προβλέπεται ο θεσμός του
Δημοψηφίσματος. Ο προσδιορισμός της κρατικής θέλησης και της κρατικής πολιτικής
συντελείται σύμφωνα με την αρχή της Λαϊκής Κυριαρχίας. Ο μέσω των μνημονιακών
εγγράφων προκαθορισμός της κρατικής πολιτικής έρχεται επομένως σε αντίθεση προς
τη την Αρχή της Λαϊκής Κυριαρχίας, τη Δημοκρατική Αρχή. Η ανάδειξη των κρατικών
οργάνων και η γενικότερη λειτουργία του πολιτεύματος συντελείται κατά τις συνταγματικές
προβλέψεις, προκειμένου η πολιτική του κράτους να καθορίζεται σύμφωνα με τη
λαϊκή θέληση όπως εκάστοτε διαμορφώνεται. Είναι προφανές, ότι οποιοιδήποτε
προκαθορισμοί της κρατικής πολιτικής, που δεν υπαγορεύονται από τις
συνταγματικές διατάξεις, είναι αντίθετοι προς βασικές αρχές του πολιτεύματος
της προεδρευόμενης κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, ακριβώς διότι σύμφωνα με το
πολίτευμα δεν επιτρέπεται να προκαθορίζεται η κρατική πολιτική από τους
δανειστές του κράτους αλλ΄επιβάλλεται να διαμορφώνεται κάθε φορά σύμφωνα με τη
λαϊκή θέληση. Ο έγγραφος προκαθορισμός της κυβερνητικής πολιτικής και η επιβολή
της μέσω απειλών καταβολής δανειακών δόσεων, έχει ως αποτέλεσμα την παγιοποίησή
της και επομένως ακυρώνει τον ελεύθερο πολιτικό ανταγωνισμό και την ουσία της
δημοκρατικής διαδικασίας, αντίκειται προς
τη Δημοκρατική Αρχή. Η μέσω του Μνημονίου προκαθορισμένη και έξωθεν
επιβαλλόμενη πολιτική παραμερίζει τη
λαϊκή θέληση και αποσημασιοποιεί τη δημοκρατική διαδικασία.
9. Αντιπροσωπευτική Αρχή: Αλλά και η αντιπροσωπευτική αρχή επηρεάζεται
και αλλοιώνεται σημαντικά, καθόσον οι βουλευτές στις κοινοβουλευτικές
ψηφοφορίες καλούνται να ψηφίσουν υπέρ
της προκαθορισμένης στα μνημονιακά έγγραφα πολιτικής, όπως είναι ευρύτερα
γνωστό και έχει προκαλέσει μέχρι σήμερα την αντίδραση πολλών βουλευτών του
Ελληνικού Κοινοβουλίου. Σύμφωνα όμως με το κλασσικό περιεχόμενο της
αντιπροσωπευτικής αρχής, οι βουλευτές δεν υπόκεινται σε εντολές ή υποδείξεις –
και πάντως όχι των δανειστών της Χώρας - παρά μόνο στη συνείδησή τους. Η
παρεμβολή των μνημονιακών κειμένων και ο εξαναγκασμός της εφαρμογής τους
αλλοιώνει τη λειτουργία του πολιτεύματος και τη μετατρέπει σε μια μορφή
«χρηματοπιστωτικού αντιπροσωπευτισμού», στην οποία οι αντιπρόσωποι δεν
εκφράζουν ελεύθερα και στο πλαίσιο κυρίαρχου κοινοβουλίου τη δική τους αλλά
άλλη προκαθορισμένη θέληση. Η τελική ψήφιση δεν θεραπεύει την σε πολλές
περιπτώσεις οφθαλμοφανή έλλειψη των απαιτούμενων ουσιαστικών συνταγματικών
προϋποθέσεων, η οποία ενισχύεται από διαδικαστικές παρεμβολές που ελαττώνουν
ακόμη περισσότερο την ουσιαστική συμμετοχή των βουλευτών ( ένταξη
μακροσκελέστατου κειμένου σε ένα άρθρο, διαδικασία του κατεπείγοντος)
10. Η οικονομική ανάγκη: Είναι προφανές ότι οποιαδήποτε οικονομική
ανάγκη της Χώρας δεν συνιστά συνταγματικό αντίλογο, υπέρ της παραχώρησης
εθνικής κυριαρχίας ή της συρρίκνωσης λειτουργίας της Δημοκρατίας, διότι κατά το
Σύνταγμα η Δημοκρατία και τα κρατικά όργανα οφείλουν ασφαλώς να λειτουργούν
πέρα και ανεξάρτητα από τις οικονομικές ανάγκες του Κράτους, οι οποίες πάντοτες
υπήρχαν και θα υπάρχουν. Η Δημοκρατία κατά το Σύνταγμα δεν λειτουργεί μόνον όταν
είναι ισοσκελισμένοι οι προϋπολογισμοί και υπάρχουν οικονομικά πλεονάσματα,
αλλά και όταν τα κράτη δανείζονται. Η
οικονομική ανάγκη και ο δανεισμός δεν επιτρέπεται κατά το Σύνταγμα, αλλά και
κατά τις αρχές του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου να οδηγεί σε απώλεια της
Εθνικής του Κυριαρχίας και στρέβλωση του δημοκρατικού του πολιτεύματος.
11. Κοινωνικό Κράτος και Κοινωνικά Δικαιώματα: Οι παραπάνω παρατηρήσεις
αναφέρονται στον εξωτερικό, μακροχρόνιο και εκτεταμένο προκαθορισμό της
κυβερνητικής και γενικότερα της κρατικής πολιτικής ανεξάρτητα από το ουσιαστικό
ρυθμιστικό της περιεχόμενο. Όμως και το ρυθμιστικό περιεχόμενο του «συνολικού
μνημονίου», των δανειακών συμβάσεων και των μνημονίων, εμφανίζει έντονα συνταγματικά ζητήματα. Και
τούτο διότι η εφαρμοζόμενη προκαθορισμένη πολιτική, όπως άλλωστε προκύπτει από
τα διδάγματα της κοινής πείρας, έρχεται
σε αντίθεση με τη θεμελιώδη αρχή του ισχύοντος Συντάγματος, την αρχή του
Κοινωνικού Κράτους Δικαίου (άρθρ. 25 παρ.1 Σ)
και τα Κοινωνικά Δικαιώματα των πολιτών (άρθρ. 5 επ.). Συγκεκριμένα οι
εφαρμοζόμενες μνημονιακές προβλέψεις αλλάζουν συνολικά τη μορφή του Κοινωνικού
Κράτους, που έχει επιλέξει ο συντακτικός νομοθέτης. Όπως αποτελεί καθημερινή
διαπίστωση, ένα μεγάλο τμήμα του κοινωνικού χαρακτήρα του κράτους, που
επιτάσσει το άρθρο 25, έχει χαθεί. Ένεκα των δανειακών συμβάσεων και των
μνημονίων το Ελληνικό Κράτος αποκοινωνικοποιείται καθημερινά, παρά την αντίθετη
συνταγματική επιταγή. Η αρχή της εμπιστοσύνης του Πολίτη προς το Κράτος και τη
Διοίκηση κλονίζεται έντονα. Πολλές από τις ρυθμίσεις αυτές συνδέονται με
διαδικαστικούς συνταγματικούς προβληματισμούς (πχ συλλογικές συμβάσεις
άθρ.22παρ.2 Σ, Πράξεις Νομοθετικού
Περιεχομένου άρθρ. 44 Σ κλπ).
12. Ακυρότητα:
«Σύμβαση» ή οποιαδήποτε πράξη, με την οποία η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύεται με
αντιστάθμισμα τη λήψη δανείου να ακολουθήσει συγκεκριμένη πολιτική, να
προωθήσει στη Βουλή ψήφιση νόμων συγκεκριμένου προκαθορισμένου
περιεχομένου δεν έχει ουδεμία ισχύ, έστω
και αν τηρήθηκαν οι απαιτούμενες τυπικές προϋποθέσεις και τούτο διότι το
περιεχόμενό της αντίκειται στις αρχές της Εθνικής, Λαϊκής Κυριαρχίας και του
Κοινωνικού Κράτους Δικαίου. Είναι επομένως άκυρη και αντίκειται στο Ελληνικό
Σύνταγμα οποιαδήποτε συμφωνία, με την οποία δεσμεύεται η κυβέρνηση, με
αντιστάθμισμα τη χορήγηση δανείου, να ακολουθήσει συγκεκριμένη πολιτική, να
εκδώσει πράξεις συγκεκριμένου περιεχομένου ή το Κοινοβούλιο να ψηφίσει νόμο
προκαθορισμένου περιεχομένου. Η ακυρότητα αυτή προκύπτει από την αντίθεση προς τις παραπάνω συνταγματικές αρχές και τις
σχετικές συνταγματικές διατάξεις, που καθορίζουν την αρμοδιότητα των εθνικών
κρατικών οργάνων. Σύμφωνα με τα παραπάνω και ανεξάρτητα από διάφορα άλλα
θέματα, όπως το ζήτημα της «νομικής φύσης» του μνημονίου, αν δηλαδή αποτελεί
ή όχι δανειακή σύμβαση, αν εκπέμπει νομική δύναμη ή περιέχει «απλές υποδείξεις»
ή το ερώτημα, αν κατά την υπογραφή των δανειακών συμβάσεων τηρήθηκαν οι
απαιτούμενες διαδικαστικές προϋποθέσεις κλπ, εφόσον η παροχή του δανείου και η
εκταμίευση των δόσεων εξαρτάται από την
υλοποίηση προκαθορισμένης πολιτικής, από την έκδοση πράξεων προκαθορισμένου
περιεχομένου εκ μέρους της κυβέρνησης ή την ψήφιση νόμων προκαθορισμένου
περιεχομένου από την Ελληνική Βουλή, οι δανειακές συμβάσεις και τα μνημόνια δεν
βρίσκονται σε συμφωνία προς το Σύνταγμα. Σε κάθε περίπτωση συμφωνίες για την
εφαρμογή συγκεκριμένης πολιτικής, που ανήκει στην αρμοδιότητα των εθνικών
κρατικών οργάνων δεν έχουν ουδεμία δεσμευτικότητα.
[1] Από τη σχετική βιβλιογραφία βλ: Το Νέο Μνημόνιο
ειδική Έκδοση του περιοδικού Επίκαιρα 2010 όπου οι εισηγήσεις των Δ. Π α ξ ι ν
ο ύ , Α. Μ α ν δ ρ έ κ α - Σ έ π π α ρ ν τ , Κ. Μ π έ η , Κ. Χ ρ υ σ ό γ ο ν ο
υ, Ε. Μ α ρ ι ά και Γ. Κ α σ ι μ ά τ η στην εκδήλωση που διοργάνωσε ο ΔΣΑ στις
15 Ιουλίου 2010 με θέμα «Η Δανειακή Σύμβαση μεταξύ Ελλάδας-κρατών μελών
Ευρωζώνης και η Εθνική μας Κυριαρχία».- Μελέτες επί του
μνημονίου 2013 έκδ.ΔΣΑ. Α π ο σ τ ο λ
ίδ η ς Λ., Α λ ι π ρ ά ν τ η ς Ν., Κ α τ
ρ ο ύ γ κ α λ ο ς Γ., Χ ρ υ σ ό γ ο ν ο
ς Κ., Η έννομη τάξη του μνημονίου 2011. - Ι α τ ρ έ
λ η ς Φ., Η Σύμβαση Δανειακής
Διευκόλυνσης του 2010 και οι υποτιθέμενοι κίνδυνοι για τη δημόσια περιουσία και
την εθνική κυριαρχία (ενόψει και της επικείμενης, παρόμοιας) http://www.constitutionalism.gr/site/2286-i-symbasi-daneiakis-dieykolynsis-toy-2010-kai-oi-y/
- Κ α σ ι μ ά τ η ς Γ., Οι Συμφωνίες δανεισμού
της Ελλάδας με την ΕΕ και το ΔΝΤ 2010. Κ
α τ ρ ο ύ γ κ α λ ο ς Γ., Η Κρίση και η διέξοδος 2012. Χ ρ υ σ ό γ ο ν ο ς Κ., Η Καταστρατήγηση του
Συντάγματος την εποχή των μνημονίων 2013.
Ο ίδιος ΝοΒ 58,
σελ.1353-1359.
[2] Η απάντηση στο κεντρικό αυτό ερώτημα μπορεί να είναι είτε
γενική, δηλαδή απάντηση βασιζόμενη στο γενικό – συνολικό περιεχόμενο των
δανειακών συμβάσεων και μνημονίων είτε ειδική, δηλαδή απάντηση αναφερόμενη σε
συγκεκριμένα διαδικαστικά ή ουσιαστικά ζητήματα. Στο παρόν εξετάζεται το «συνολικό
περιεχόμενο» ανεξάρτητα ως επί το πλείστον από επί μέρους ερωτήματα και
παρέχεται «γενική - συνολική απάντηση» στο ζήτημα της συμβατότητας των
μνημονιακών κειμένων και του Ελληνικού Συντάγματος. Άλλωστε από την απάντηση στο κεντρικό ερώτημα
εξαρτάται - ή και καθίσταται περιττή - η
απάντηση σε πολλά άλλα «δευτερεύοντα», ως προς αυτό, ερωτήματα. Επί πλέον για πολλά από τα ειδικά
θέματα έχουν υποστηριχθεί διαφορετικές, πρόκειται δηλαδή για θέματα που
αμφισβητούνται, ενώ η αμφισβήτηση δεν είναι ιδιαίτερα εύκολη όσον αφορά το
γενικό ερώτημα, χωρίς ταυτόχρονη άρνηση αυτής της ίδιας της πραγματικότητας την
οποία βιώνουν όλοι οι Έλληνες, χωρίς δηλαδή σε τελική ανάλυση παραβίαση των
κανόνων της λογικής.
[4] Βλ. άρθρ. 28 Σ παρ. 2 και
παρ. 3.
[5] Βλ πχ τις δηλώσεις του πρώην υπουργού
Δικαιοσύνης Αντ. Ρουπακιώτη εφημ. Το Πρώτο ΘΕΜΑ 16/11/2012: «Τα μέτρα μου επιβλήθηκαν, δεν τα έγραψα εγώ.
Πείτε μου έναν υπουργό που έγραψε ο ίδιος τα μέτρα που υπέγραψε. Υπέγραψα κάτι
που κάποιοι άλλοι έγραψαν». Ανάφερε ακόμη «η κυβέρνηση και οι υπουργοί δεν
έπεσαν αμαχητί. Έδωσαν σκληρή μάχη, αλλά τα μέτρα μάς τα επέβαλαν. Γιατί
ντρεπόμαστε να το παραδεχτούμε;».
Πέρα από την αντίφαση μεταξύ μνημονίων και Ελληνικού Συντάγματος, υπάρχει και μια άλλη διεθνής. Στο διεθνή χώρο που ανήκομε υπάρχει, σαν άγραφο διεθνές Σύνταγμα ο νόμος της "Ελεύθερης αγοράς". Με τις συμβάσεις που έχομε υπογράψει και με βάση τις αρχές της "Ελεύθερης" αγοράς, μπορούμε να δανεισθούμε από άλλες πηγές, εκτός ΔΝΤ και ΕΕ;
ΑπάντησηΔιαγραφή