Ανδρέας Γ. Δημητρόπουλος
Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου
Νομικής
Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
Α΄ Το δημοψήφισμα στην Αρχαία Ελλάδα........................................................................................................................................ 1
1. Αθήνα................................................................................................................................... 2
2. Σπάρτη.................................................................................................................................. 4
Β΄ Το δημοψήφισμα στην νεώτερη
Ελλάδα............................................................................. 4
1. Η διαδικασία εκλογής μονάρχη τον Νοέμβριο 1862............................................................ 4
2. Η πρόταση Αλ. Παπαναστασίου (1911)............................................................................... 7
3. Το "δημοψήφισμα" της 22ας Νοεμβρίου 1920..................................................................... 7
4. Η πρόταση Δ. Γούναρη (1921).............................................................................................. 8
5. Το "δημοψήφισμα" της
13ης Απριλίου 1924..................................................................... 9
6. Οι προτάσεις στη Δ΄Συντατική Συνέλευση (1925)............................................................... 12
7. Η "εκλογή" του Θ. Πάγκαλου, ως προέδρου Δημοκρατίας (1926)...................................... 12
8. Το δημοψήφισμα στο Σύνταγμα του 1927...................................................... ..................... 13
9. Το "δημοψήφισμα" της 3ης Νοεμβρίου 1935....................................................................... 13
10. Το δημοψήφισμα της 1ης Σεπτεμβρίου 1946...................................................................... 15
11. Το " δημοψήφισμα " της 29ης Σεπτεμβρίου 1968............................................................... 16
12. Το "δημοψήφισμα" της 29ης Ιουλίου 1973.......................................................................... 17
13. Το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974......................................................................... 18
14. Το εναλλακτικό δημοψήφισμα της διαδικαστικής Συντακτικής Πράξης της
3ης Οκτωβρίου 1974.-......................................................................................................................................... 21
15. Το Δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015............................................................................... 22
Γ΄ Συμπεράσματα.......................................................................................................................... 23
Α΄ Το
δημοψήφισμα στην Αρχαία Ελλάδα
1. Το δημοψήφισμα με την ουσιαστική έννοια του όρου,
ως απόφαση του λαού για συγκεκριμένα ουσιαστικά ζητήματα, κατάγεται από την
Αρχαία Ελλάδα και συνδέεται άμεσα με την δημοκρατία της εποχής εκείνης[1]. Με την έννοια αυτή το δημοψήφισμα έχει ελληνική
καταγωγή, αποτελεί θεσμό ελληνικό. Ως δια ψηφοδελτίων διαδικασία για την λήψη
απόφασης σε περισσότερα εκλογικά τμήματα με μυστική ψηφοφορία το δημοψήφισμα
δεν απαντάται στην αρχαία Ελλάδα, αλλ΄ είναι δημιούργημα της νεώτερης εποχής[2]. Στην αρχαία ελληνική δημοκρατία oι αποφάσεις
λαμβάνονται στην λαϊκή συνέλευση και δεν υπάρχει ανάγκη χρησιμοποίησης του
δημοψηφίσματος με την τυπική διαδικαστική έννοια των νεώτερων χρόνων[3].
1. Αθήνα
2. Στην Αρχαία Αθήνα το κύριο πολιτειακό όργανο με
το οποίο ο λαός ασκούσε τα κυριαρχικά του δικαιώματα ήταν η λαϊκή συνέλευση, η
“εκκλησία” (εκκλησιάζω=συναθροίζω)[4] του δήμου. Υπήρχαν δύο είδη “εκκλησιών, οι
τακτικές και οι έκτακτες[5]. Το δικαίωμα συμμετοχής στην εκκλησία ανήκε
απεριόριστα σε όλους τους ελεύθερους άνδρες πάνω από 18 ετών και για τις
ασθενέστερες τάξεις από την εποχή του Σόλωνα. Περιορισμός υπήρχει για τους
ανήλικους και όσους είχαν στερηθεί τα πολιτικά τους δικαιώματα[6].
3. Η εκκλησία κατά την ακμή της αθηναϊκής
δημοκρατίας ήταν αρμόδια για κάθε ζήτημα που αφορούσε το κοινό συμφέρον
ανεξάρτητα αν αυτό ήταν νομοθετικό, διοικητικό ή δικαστικό, αρκεί το ζήτημα
αυτό να μην ανήκε ρητά στην αρμοδιότητα της Βουλής ή των λοιπών αρχών[7]. Στη Δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας “ο δήμος εστί
ο κρατών”. Αυτός διοικείται με ψηφίσματα και δικαστικές αποφάσεις[8]. Η συμμετοχή του πολίτη είναι άμεση και
καθημερινή, γι΄ αυτό και καθίσταται “μόριο” του πολιτεύματος, όπως αναφέρει ο
Αριστοτέλης, “δηλαδή συστατικό και λειτουργικό μαζί στοιχείο της πόλης-κράτος”[9]: “΄Ανδρες γαρ πόλις”[10].
\4. Κύρια αρμοδιότητα της Εκκλησίας του Δήμου είναι η
ψήφιση των νόμων και των ψηφισμάτων[11]. Κάθε Αθηναίος πολίτης είχε δικαίωμα νομοθετικής
πρωτοβουλίας και μπορούσε να υποβάλλει πρόταση τροποποίησης των νόμων κατά την
ενδέκατη ημέρα της πρώτης πρυτανείας και
με πλειοψηφία των μετεχόντων[12]. Για ορισμένα διοικητικά ζητήματα, όπως την
εκλογή των υπαλλήλων καθώς και για την παροχή πολιτικών δικαιωμάτων,την παροχή
άδειας και τον οστρακισμό[13] τα λεγόμενα ψηφίσματα “επ΄ανδρί” ακολουθούνταν
ειδική διαδικασία[14]. Η δικαστική αρμοδιότητα της Εκκλησίας του Δήμου
ήταν περιορισμένη[15].
2. Σπάρτη
5. Η Σπάρτη εισάγει για πρώτη φορά τη Δημοκρατία
στην Ελλάδα, πολύ πριν από τη Χίο ή την Αθήνα.[16]. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της Σπάρτης είναι ότι
δεν διέθετε γραπτό αλλ’ άγραφο, εθιμικό δίκαιο.“Οι κυριότεροι παράγοντες του
πολιτεύματος” ήταν η βασιλεία (διπλή βασιλεία), η γερουσία και η λαϊκή
συνέλευση (Απέλλα) και αργότερα οι έφοροι.
6. Ο θεσμός
της βασιλείας ήταν στη Σπάρτη ιδιαίτερα αποδυναμωμένος. Διατηρούσε κυρίως
θρησκευτικά προνόμια και ήταν αρχηγός του στρατού σε περίοδο πολέμου.
7. Η Γερουσία αποτελεί ένα είδος συμβουλίου του
κράτους, το οποίο αποφασίζει μαζί με το βασιλιά και τους εφόρους για τα
σημαντικότερα θέματα της πόλης, προτού αυτά τεθούν προς συζήτηση στην Απέλλα.Οι
κυριότερες αρμοδιότητες της ήταν κυρίως δικαστικές. Προετοίμαζε επίσης όλα τα
ζητήματα τα οποία θα εισάγονταν στη λαϊκή συνέλυση για συζήτηση.
8. Η λαϊκή συνέλευση, η Απέλλα ήταν αρμόδια στην
εκλογή γερόντων και εφόρων. Στην Απέλλα διεξήγοντο συζητήσεις και ελαμβάνοντο
αποφάσεις για διάφορα θέματα, όπως για
την κήρυξη πολέμου, ή την σύναψη ειρήνης ή συμμαχίας. Στις αρμοδιότητές της
ανήκε επίσης ο κανονισμός τρόπου ενέργειας κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις, ο
διορισμός και η ανάκληση στρατηγού, η λύση διαφωνιών ως προς τη διαδοχή θρόνου,
η απελευθέρωση των ειλώτων, η στέρηση
πολιτικών δικαιωμάτων, η ψήφιση των ελάχιστων εισαγόμενων προτάσεων νόμου κλπ.[17] Στην Απέλλα συμμετείχαν οι πολίτες Σπαρτιάτες που
είχαν συμπληρώσει το 30ο έτος της ηλικίας τους και δεν είχαν στερηθεί τα
πολιτικά τους δικαιώματα (δε συμμετείχαν οι περίοικοι και οι είλωτες).
9. Εκτός από την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας
θεμελιωμένη ήταν και η αρχή της ισότητας με έμπρακτη εφαρμογή της στον
γενικότερο τρόπο ζωής, στο θεσμό των συσσιτίων, στην πειθαρχία κλπ. ΄Οσοι δεν
συνεισέφεραν στα κοινά συσσίτια στερούνταν τα πολιτικά τους δικαιώματα. Στην
Σπάρτη η ισότητα είχε οικονομικό υπόβαθρο. Κάθε σπαρτιάτης διέθετε τον ίδιο
κλήρο γής.
10. Εκείνο που ενδιαφέρει στην παρούσα έρευνα είναι,
ότι ο σπαρτιατικός λαός λαμβάνει ο ίδιος αποφάσεις για βασικά θέματα, που
απασχολούν το κοινωνικό σύνολο. Το δημοψήφισμα με την ουσιαστική έννοια του
όρου εμφανίζεται στν αρχαία Σπάρτη και μάλιστα νωρίτερα προτού εμφανιστεί στην
Αθήνα. Οπως όμως και στην Αθήνα για την λήψη ουσιαστικών αποφάσεων δεν
χρησιμοποιείται γρατπή αλλά προφορική
διαδικασία.
Β΄ Το δημοψήφισμα στην νεώτερη Ελλάδα
1. Η διαδικασία εκλογής μονάρχη τον Νοέμβριο 1862
11. Εχει επικρατήσει - όχι ορθά- να θεωρείται ως
δημοψήφισμα και μάλιστα το πρώτο της ελληνικής συνταγμτικής ιστορίας, η
διαδικασία που ακολουθήθηκε τον Νοέμβριου του 1862 για την εκλογή νέου Βασιληά.
Η ιδιοτυπία του θέματος βρίσκεται στο ότι αν και πρόκειται για σαφή περίπτωση
εκλογής, εντούτοις συγκαταλέγεται στον κατάλογο των "προσωπικών
δημοψηφισμάτων". Χαρακτηριστικό επίσης της περίπτωσης αυτής είναι το ότι
δεν πρόκειται για εκλογή αιρετού αρχηγού του κράτους, αλλά για εκλογή κληρονομικού
μονάρχη, δηλαδή για διαδικασία σπάνια στην συνταγματική ιστορία. Ισως η
ιδιαιτερότητα αυτή να συνέτεινε στην κατάταξη της διαδικασίας αυτής στα
"προσωπικά δημοψηφίσματα".
12. Η επανάσταση που εξερράγη την νύκτα της 10 προς
11 Οκτωβρίου 1862 τερμάτισε την δυναστεία του Οθωνα. Την ίδια νύχτα συντάχθηκε
το "Ψήφισμα του Εθνους" το οποίο καταργούσε την βασιλεία του Οθωνα
και την αντιβασιλεία της Αμαλίας και ανέθετε την εκλογή βασιλέως στην Εθνική
Συνέλευση που έμελε να συγκληθεί. Το
Ψήφισμα του Εθνους συνέστησε "Προσωρινή Κυβέρνηση" την οποία
αποτελούσαν οι Δ. Βούλγαρης Κ. Κανάρης και Β. Ρούφος[18].
13. Μετά την
έκπτωση του Όθωνα, η προσωρινή κυβέρνηση της 10ης Οκτωβρίου 1862 εξέδοσε ψήφισμα με το οποίο, κατά
παρέκκλιση από τη διαδικασία που προέβλεπε το ψήφισμα του έθνους για την εκλογή
ανώτατου άρχοντα, καλούσε το λαό να αποφανθεί με δημοψήφισμα για το πρόσωπο του
νέου βασιλιά[19]. Η πρώτη αυτή "δημοψηφισματική
διαδικασία" πραγματοποιείται κατά παρέκκλιση της διαδικασίας που είχε ήδη
οριστεί και χρησιμοποιείται περισσότερο για την επίτυξη σκοπιμοτήτων παρά για
την έκφραση της θέλησης του ελληνικού λαού.
Το "δημοψήφισμα" ρυθμίστηκε με τα κυβερνητικά ψηφίσματα της
19ης και 23ης Νοεμβρίου 1862[20]. Το "δημοψήφισμα" διεξήχθη στις 19
Νοεμβρίου 1862 και οι εκλογές για την ανάδειξη των πληρεξουσίων της
Εθνοσυνέλευσης στις 24 έως 27 Νοεμβρίου 1862[21]. Δεν
ορίσθηκε ενιαία για το δημοψήφισμα ημερομηνία, αλλά παρασχέθηκε δεκαήμερη
προθεσμία σε κάθε δήμο, η οποία και θα άρχιζε από την επιτόπια δημοσίευση του
ψηφίσματος. Κάθε πολίτης διακιούμενος
ψήφου μπορούσε να αναγράφει το όνομα σε δημόσιο πρωτόκολλο εκείνου τον οποίο
θεωρούσε ικανό να καταλάβει τον θρόνο. Το πρωτόκολλο τηρούσε τριμελής επιτροπή.
Το σύστημα αυτό εφαρμόστηκε και στα ελληνικά προξενεία προκειμένου να ψηφίσουν
έλληνες πολίτες του εξωτερικού. Δικαίωμα
ψήφου είχαν οι άνδρες που είχαν συμπληρώσει το 20 έτος της ηλικίας τους[22]
14. Ψήφισαν 230.433 ψηφοφόροι στο εσωτερικό και
19.583 έλληνες του εξωτερικού. Νικητής
στο "δημοψήφισμα" αυτό αναδείχτηκε ο Αλφρέδος, δευτερότοκος γιος της
βασίλισσας Βικτωρίας της Αγγλίας[23]. Ο
Αλφρέδος έλαβε 240.016 ψήφους και 2.460 ο Λάϊχτεμπεργκ[24]. Υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας δόθηκαν 93
ψήφοι. Ελάχιστες ψήφους έλαβαν ο ιταλός ήρωας Ιωσήφ Γκαριμπάλντι και ο ελβετός
τραπεζίτης Εϋνάρδος. Ο Δανός πρίγκιπας και μετέπειτα βασιλεύς Γεώργιος
Γκλύκσμπουργκ έλαβε 6 ψήφους[25]. Η "εν Αθήναις Β΄των Ελλήνων
Συνέλευσις" στη συνεδρίαση της 22 Ιανουαρίου 1863 δέχθηκε ψήφισμα κατά το
οποίο "...επειδή ο ηγεμονόπαις της Αγγλίας Αλφρέδος, δευτερότοκος υιός της
ΑΜ της Βασιλίσσης της Μεγάλης Βρεταννίας και Ιρλανδίας, εξελέγη δια ψήφων
230.016, ψηφοφορησάντων 245.202, υπό του Ελληνικού Λαού ως συνταγματικός αυτού
Βασιλεύς, κηρύττει: Η Α.Β.Υ. ο ηγεμονόπαις Αλφρέδος εξελέγη κυριαρχική του
΄Εθνους θελήσει συνταγματικός Βασιλεύς των Ελλήνων"[26].
15. Ο πρίγκηπας Αλφρέδος δεν αποδέχθηκε το στέμμα γιατί η Γαλλία και η Ρωσία εξέφρασαν τις
αντιρρήσεις τους και επικαλέσθηκαν το Πρωτόκολλο του Λονδίνου [27], με το οποίο είχαν αποκλεισθεί από το ελληνικό
στέμμα οι δυναστείες που βασίλευαν στις τρεις προστάτιδες δυνάμεις. Η Συνέλευση
στη Συνεδρίαση της 18ης Μαρτίου 1863 και μετά από πρόταση του Πρωθυπουργού Ζην.
Βάλβη αναγόρευσε συνταγματικό Βασιλές των Ελλήνων με το όνομα Γεώργιος Α΄
Βασιλεύς των Ελλήνων τον δευτερότοκο υιό του μετέπειτα Βασιλέα της Δανίας
Χριστιανού ΙΧ [28].
16. Η πρώτη αυτή χρήση του "δημοψηφίσματος"
στην Ελλάδα κάθε άλλο παρά βοήθησε στην εξέλιξη
του θεσμού. Η παραπάνω διαδικασία
ακολουθήθηκε για την εκλογή βασιλέως πρόκειται επομένως χωρίς αμφιβολία για δ ι
α δ ι κ α σ ί α ε κ λ ο γ ή ς και όχι
για διαδικασία δημοψηφισματικού χαρακτήρα.
Σε δημοψήφισμα δεν τέθηκε η νέα μορφή του πολιτεύματος ή ο θεσμός της
βασιλείας έστω σε συνδυασμό και με "προσωπικά στοιχεία". Αντικείμενο
της διαδικασίας ήταν η εκλογή βασιλέως. Πρόκειται κατά συνέπεια για ιδιότυπη
διαδικασία εκλογής μονάρχη, η οποία και δεν επαναλήφθηκε στην ελληνική
συνταγματική ιστορία. Η διαδικασία του Νοεμβρίου 1862, ιδιότυπη εκλογική διαδικασία
δεν συγκεντρώνει τα χαρακτηριστικά του κατά κυριολεξία δημοψηφίσματος (referendum), αλλ' ούτε και του λεγομένου προσωπικού δημοψηφίσματος (plebiscitum)[29]. Δεν είναι
επομένως ορθή η κατάταξη της διαδικασίας εκλογής Βασιλέως του 1862 στον
κατάλογο των δημοψηφισμάτων ούτε των "προσωπικών" και μάλιστα η αναφορά σε αυτό ως του πρώτου
δημοψηφίσματος , που διεξήχθη στην Ελλάδα.
17. Πέρα πάντως από την συζήτηση για τον χαρακτήρα
της διαδικασίας αυτής γεγονός είναι ότι με την διαδικασία του 1862 η άμεση
προσφυγή στον λαό συνδέεται πλέον στενά με το πολιτειακό και το
"χαρακτηριστικό" αυτό θα την ακολουθήσει και στην μετέπειτα εξέλιξή
της. Χαρακτηριστικό είναι, ότι ούτε και
το αποτέλεσμα του "δημοψηφίσματος" αυτού εφαρμόστηκε, διότι τελικά
δεν ανέλαβε το στέμμα εκείνος ο οποίος εκλέχτηκε.
2. Η πρόταση Αλ. Παπαναστασίου (1911).
18. Η πρώτη απόπειρα συνταγματικής καθιέρωσης του
δημοψηφίσματος στη χώρα μας έγινε κατά την αναθεωρητική διαδικασία του 1911.
Στην Συνεδρίαση της Β΄Αναθεωρητικής Βουλής της 20ης Μαίου 1911 και κατά τη
συζήτηση του άρθρου 107 του Συντάγματος του 1864 την εισαγωγή του
δημοψηφίσματος προέτεινε ο Αλ. Παπαναστασίου.
19. Το άρθρο 107 ρύθμιζε τα της αναθεώρησης του
Συντάγματος. Ο Αλ. Παπαναστασίου εισηγήθηκε την καθιέρωση υποχρεωτικού
δημοψηφίσματος αναφορικά προς την αναθεώρηση. Σύμφωνα με την πρότασή του μετά
από την επιψήφιση από τη Βουλή κάποιας μεταρρύθμισης πρέπει να ερωτάται αμέσως
ο Λαός προκειμένου ν΄αποφανθεί γι΄αυτήν.[30] Η πρόταση του Αλ. Παπαναστασίου δεν έγινε τελικά
δεκτή.
3. Το "δημοψήφισμα"
της 22ας Νοεμβρίου 1920
20. Και η δεύτερη
στην ελληνική συνταγματική ιστορία
άμεση προσφυγή στην λαϊκή
ετυμηγορία και το δεύτερο ελληνικό
"δημοψήφισμα" συνδέεται με τον βασιλικό θεσμό, αλλ΄έχει οπωσδήποτε
και έντονα προσωπικά στοιχεία. Ο εθνικός διχασμός της δεκαετίας του 1920 έφερε
εκ νέου στο προσκήνιο το δημοψήφισμα, για την επίλυση του πολιτειακού με
προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία.
21. Στις 12 Οκτωβρίου 1920 πεθαίνει αιφνίδια ο
βασιληάς Αλέξανδρος[31]. Η βουλή εκλέγει ως αντιβασιλέα, σύμφωνα με το
άρθρο 50 του ΣΥντάγματος 1911, τον Ναύαρχο Π. Κουντουριώτη. Στις εκλογές της
1ης Νοεμβρίου 1920 η αντιβενιζελική παράταξη κατήλθε ως "Ηνωμένη
Αντιπολίτευσις" και κέρδισε μεγάλη πλειοψηφία εδρών[32]. Μετά την παραίτηση του Βενιζέλου από την
πρωθυπουργία και την αναχώρησή του στο εξωτερικό η αντιβενιζελική κυβέρνηση του
Δ.Ράλλη προκήρυξε στις 11 Νοεμβρίου "δημοψήφισμα" για την επάνοδο
του Κωσταντίνου. Η διεξαγωγή του
δημοψηφίσματος αυτού δεν επιβαλλόταν από ιδιαίτερους συνταγματικούς λόγους.
΄Αλλωστε ο Κωνσταντίνος δεν είχε υποβάλλει παραίτηση. Με το δημοψήφισμα
επιδιώχθηκε να προσδοθεί στην επιστροφή του Κωνσταντίνου η ευρύτερη δυνατή
λαϊκή συναίνεση. Είναι δηλαδή
περισσότερο λόγοι ευρύτερης σκοπιμότητας
παρά λόγοι συνταγματικής τάξης, που επέβαλαν το δεύτερο ελληνικό
"δημοψήφισμα". Και η δεύτερη
αυτή εφαρμογή συμβάλλει στην παραμόρφωση
του θεσμού. Στις 21 Νοεμβρίου, μία ημέρα
δηλαδή πριν από τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, οι πρεσβευτές των Δυνάμεων
(Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας) γνωστοποίησαν στην κυβέρνηση, ότι σε περίπτωση
παλινόστησης του εξόριστου μονάρχη θα διεκόπτετο κάθε οικονομική υποστήριξη [33].
22. Το δεύτερο αυτό "δημοψήφισμα" στη
συνταγματική μας ιστορία εξελίχθηκε
τελικά σε εκλογική παρωδία, αφού σύμφωνα με τα επίσημα αποτελέσματα, το 99% των
ψηφοφόρων φέρεται να υποστήριξε την επάνοδο του Κωνσταντίνου, δηλ. ακόμα και οι
βενιζελικοί. Αυτό όμως δεν εμπόδισε την θριαμβευτική επάνοδο του βασιλιά τον
Δεκέμβρη του 1920. Σύμφωνα με τα επίσημα αποτελέσματα “υπέρ της επανόδου του
Κωνσταντίνου” ψήφισαν 999.960 ήτοι ποσοστό 99% και εναντίον 10.383 ήτοι 1%.[34] Σύμφωνα δηλαδή με τ΄αποτελέσματα αυτά θα έπρεπε
να ψήφισαν υπέρ της επανόδου του Κωνσταντίνου όλοι οι Φιλελεύθεροι. Η
κυβερνητική παρέμβαση στο δημοψήφισμα ήταν εμφανής και μετά την έκδοση των
αποτελεσμάτων. Εκατοντάδες τηλεγραφήματα από Δήμους, Κοινότητες, Συλλόγους κλπ.
ομοιόμορφου περιεχομένου εστάλησαν στα γραφεία αθηναϊκών εφημερίδων και στις
πρεσβείες των Δυνάμεων. Με τα τηλεγραφήματα αυτά ο ελληνικός λαός “διαδήλωνε”
την αφοσίωσή του στον Κωνσταντίνο και στην Entente. Ο Κωνσταντίνος επέστρεψε στις 6 Δεκεμβρίου 1920.
23. Το
"δημοψήφισμα" του 1920 δεν συνδέεται με θεσμικά ζητήματα. Οι
ψηφοφόροι δεν κλήθηκαν στις κάλπες για να εκφράσουν την άποψή τους για
συγκεκριμένο ουσιαστικό ζήτημα. Δεν πρόκειται επομένως για δημοψήφισμα στην
κυριολεξία του όρου. Δεν είναι κατά συνέπεια ορθή η αναφορά της διαδικασίας
αυτής ως "δεύτερου ελληνικού δημοψηφίσματος. Ανακύπτει όμως το ερώτημα αν
η διαδικασία αυτή αποτελεί plebiscitum και ποιές οι
διαφορές της από εκείνη του 1862. Η δεύτερη αυτή στην ελληνική συνταγματική
ιστορία άμεση προσφυγή στο εκλογικό σώμα έχει ομοιότητες αλλά και σημαντικές
διαφορές με την πρώτη, που προηγήθηκε πολλά χρόνια πριν. Κοινό χαρακτηριστικό
τους είναι ότι και οι δύο σχετίζονται με την βασιλεία. Ομως η πρώτη διαδικασία
δεν συνδέεται με συγκεκριμένο πρόσωπο, με την έννοια που συνδέεται η δεύτερη.
Τον Νοέμβριο του 1862 επρόκειτο για διαδικασία εκλογής μονάρχη, για διαδικασία
ανάμεσα σε περισσότερους υποψήφιους. Αντίθετα η διαδικασία του Νοεμβρίου 1920
συνδέεται στενά με ορισμένο πρόσωπο και διεξάγεται ειδικά για να το ευνοήσει.
Σ' αυτήν δεν συμμετέχουν, τυπικά έστω άλλοι υποψήφιοι. Η διαδικασία της
22ας Νοεμβρίου 1920 αποτελεί περίπτωση plebiscitum και όχι referendum[35]. Εκτός από
το αντικείμενό της η διαδικασία αυτή υπήρξε αρνητική για την διαμόρφωση του θεσμού και ως προς το
αποτέλεσμά της. Τα επίσημα αποτελέσματα περισσότερο διακωμόδησαν παρά ενίσχυσαν
τους σκοπούς εκείνων που τα κατασκεύασαν.
4. Η πρόταση Δ. Γούναρη
(1921)
24. Δεύτερη πρόταση συνταγματικής καθιέρωσης του
Δημοψηφίσματος στην Ελλάδα έγινε το 1921 από τον τότε Πρωθυπουργό. Ο Δ.
Γούναρης ως πληρεξούσιος του νομού Αχαίας και ΄Ηλιδος κατέθεσε στη Γ΄
Συντακτική Συνέλευση πρόταση που
περιελάμβανε προσθήκη ειδικού άρθρου 25 και αντικατάσταση του άρθρου 108 του
αναθεωρημένου Συντάγματος 1864.
25. Η πρόταση είχε ως εξής[36]:
“Προστίθεται άρθρον 25
έχον ούτω:
1) Ο Βασιλεύς δύναται
εντός μηνός από της επιψηφίσεως νομοσχεδίου τινός υπό της Βουλής να προκαλέση
την επ΄αυτού ψήφον του λαού δια Δημοψηφίσματος.
2) Το Δημοψήφισμα
είναι υποχρεωτικόν, αν ζητηθή υπό της Βουλής κατά την ψήφισιν του νομοσχεδίου.
Επίσης, αν ζητηθή υπό του δεκάτου των εχόντων δικαίωμα ψήφου πολιτών εντός της
προθεσμίας του προηγουμένου εδαφίου. Εν τη τελευταία ταύτη περιπτώσει δεν εμποδίζεται εκ του
δημοψηφίσματος η κύρωσις και δημοσίευσις του νόμου΄ η υπό του Λαού όμως
απόρριψις αυτού ανατρέπει πάντα τα εκ της ισχύος αυτού αποτελέσματα.
3) Δεν επιτρέπεται
Δημοψήφισμα επί δικαστικών και διοικητικών κωδίκων και του προϋπολογισμού των
εσόδων και εξόδων του Κράτους και των ειδικών ταμείων. Επί νόμων φορολογικών
και αφορώντων την στρατολογίαν του κατά γην και θάλασσαν στρατού το δημοψήφισμα
προκαλείται μόνον υπό του Βασιλέως ή της Βουλής.
4) Νομοσχέδιον
ψηφισθέν υπό της Βουλής δύναται ν΄απορριφθή δια δημοψηφίσματος μόνον αν
μετέσχον του δημοψηφίσματος τα δύο τρίτα των εκλογέων και απεφάνθη υπέρ της απορρίψεως
η πλειοψηφία των ψηφοφορησάντων.
5) Αι λεπτομέρειαι της διεξαγωγής του δημοψηφίσματος
καθορισθήσονται διά νόμου.
26. “Το άρθρον 108 αντικαθίσταται ως εξής:
Το Σύνταγμα δύναται να
τροποποιηθή κατά τας μη θεμελιώδεις αυτού διατάξεις εάν η τροποποίησις ψηφισθή
υπό των δύο τρίτων τουλάχιστον του όλου αριθμού των Βουλευτών.
Η υπό της Βουλής
ψηφισθείσα τροποποίησις δεν ισχύει προτού εγκριθή δια δημοψηφίσματος, εις ο
υποβάλλεται υποχρεωτικώς. Δια την έγκρισιν απαιτείται το ήμισυ πλέον ενός του
όλου αριθμού των εκλογέων.
5. Το
"δημοψήφισμα" της 13ης Απριλίου 1924
27. Σημαντικά διαφέρει από τις δύο προηγούμενες
διαδικασίες των ετών 1862 και 1920, η διαδικασία, που ακολουθήθηκε στις 13
Απριλίου 1924. Πρόκειται κατά κυριολεξία όχι για την τρίτη, αλλά για την πρώτη
περίπτωση εφαρμογής του δημοψηφίσματος στην Ελλάδα. Το δημοψήφισμα
χρησιμοποιείται για την μεταβολή του πολιτεύματος από βασιλευόμενη σε
αβασίλευτη δημοκρατία. Πρόκειται για την πρώτη περίπτωση γνησίου δημοψηφίσματος
και κατά τον τύπο και κατά την διαδικασία[37].
28. Μετά την
συνθήκη της Λωζάννης διεξήχθησαν εκλογές στις 16 Δεκεμβρίου 1923. Από τις
εκλογές αυτές απείχαν τα φιλοβασιλικά κόμματα[38]. Η σύνθεση της νέας βουλής ενίσχυε τις τάσεις για
την κατάλυση της βασιλείας. Η νέα
κυβέρνηση του Αλ. Παπαναστασίου παρουσιάσθηκε στη Βουλή στις 24 Μαρτίου 1924. Ο
Πρωθυπουργός στις προγραμματικές δηλώσεις της Κυβέρνησης τόνισε μεταξύ άλλων τα
εξής: “...Δια την ανακήρυξιν της Δημοκρατίας απόλυτον δικαιοδοσίαν έχει η
Συνέλευσις περιβεβλημένη με συντακτικά δικαιώματα. Αλλ΄αφού η πλειοψηφία των
πληρεξουσίων έδωκεν εις τον Λαόν την υπόσχεσιν να τον καλέση όπως αποφανθή και
αμέσως δια δημοψηφίσματος επί της πολιτειακής μεταβολής, επιβάλλεται η ταχίστη
ενέργεια δημοψηφίσματος επί του πολιτειακού ζητήματος. Κατά συνέπειαν η
κυβέρνησις δεν εισηγείται τροποποίησιν του ψηφίσματος της 27ης Φεβρουαρίου,
παρά εις τούτο και μόνον, όπως δηλαδή το ερώτημα τεθή εις τον Λαόν επί τη βάσει
σαφούς και υπευθύνου αποφάσεως της Συνελεύσεως, όπερ, ενώ ουδόλως περιορίζει τα
άμεσα κυριαρχικά δικαιώματα του Λαού, ανταποκρίνεται περισσότερον εις την
αντίληψιν, ήτις υπάρχει εις τον Τόπον μας, περί του αντιπροσωπευτικού Σώματος
και ιδιαίτατα εις την αποστολήν αυτής της Εθνοσυνελεύσεως, την οποίαν θέλει ο Λαός
φωτεινόν οδηγόν, όπως εξέλθη από την επικίνδυνον κρίσιν εις την οποίαν έχει
περιέλθει. Κατά ταύτα η τυπική κύρωσις της Δημοκρατίας θα γίνη δια του
δημοψηφίσματος....νομίζομεν ότι η αντικατάστασις του κληρονομικού ανωτάτου
άρχοντος δι΄αιρετού τοιούτου πρέπει να συντροφευθή με τους εξής θεμελιώδεις
δημοκρατικούς θεσμούς: Την δευτέραν Βουλήν (Γερουσία), την αναλογικήν
αντιπροσωπείαν, την ευρυτάτην διοικητικήν αποκέντρωσιν και τοπικήν
αυτοδιοίκησιν(....).[39] Στην συνεδρίαση της 24ης Μαρτίου δεν μετείχαν οι
Προοδευτικοί Φιλελεύθεροι, οι οποίοι σύμφωνα με εξαγγελία τους δεν θα ελάμβαναν
μέρος σε καμία συζήτηση σχετική με το πολιτειακό. Η Κυβέρνηση Παπαναστασίου
έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης με 259 ψήφους υπέρ, 3 ψήφους κατά και 125 αποχές.
29. Την επόμενη ημέρα 25η Μαρτίου σύσσωμο το
Υπουργικό Συμβούλιο μετέβη από τη Μητρόπολη στην παλαιά βουλή όπου παρόντες
ήταν 283 βουλευτές, οι οποίοι ψήφισαν το εξής ψήφισμα:
“Περί εκπτώσεως της Δυναστείας και ανακηρύξεως της
Δημοκρατίας.
Η Δ΄Συντακτική των Ελλήνων Συνέλευσις, έχουσα προ
οφθαλμών τα δεινά που επεσώρευσεν εις το έθνος η Δυναστεία των Γλυξβούργων και
με την πεποίθησιν ότι μόνον το Δημοκρατικόν Πολίτευμα, το ανταποκρινόμενον προς
τον χαρακτήρα του Ελληνικού λαού, τας πολιτικάς του συνηθείας και την κοινοβουλευτικήν
του ανατροφήν, δύναται να ασφαλίση τας ελευθερίας του και να βοηθήση να προαχθή
ηθικώς , να αναλάβη οικονομικώς και να εξυγιάννη από πάσης απόψεως τον
πολιτισμόν του.
Ψηφίζει
1) Κηρύττει
οριστικώς έκπτωτον την Δυναστείαν των Γλυξβούργων, στερεί όλα τα μέλη αυτής
παντός δικαιώματος επί του Θρόνου και της ελληνικής ιθαγενείας και απαγορεύει
εις αυτά την εν Ελλάδι διαμονήν.
2)
Αποφασίζει να συνταχθή η Ελλάς εις Δημοκρατίαν κοινοβουλευτικής μορφής,
υπό τον όρον εγκρίσεως της αποφάσεως αυτής υπό του Λαού δια δημοψηφίσματος,
ούτινος αι λεπτομέρειαι, περιλαμβάνουσαι τον χρόνον, τον τρόπον της ενεργείας
και τας εγγυήσεις της αμερολήπτου διεξαγωγής του, θέλουν κανονισθή δια
Διατάγματος.
3)
Επιτρέπει την αναγκαστικήν απαλλοτρίωσιν των κτημάτων των ανηκόντων εις
τα μέλη της εκπτώτου Δυναστείας, Κτήματα περιελθόντα εις μέλη της εκπτώτου
Δυναστείας εκ δωρεάς του Δημοσίου, δήμων, κοινοτήτων ή νομικών προσώπων ή
αποκτηθέντα ή κατασκευασθέντα δι΄εθνικών εράνων, περιέρχονται αυτοδικαίως, άνευ
ουδεμιάς αποζημιώσεως, εις το Δημόσιον ή τους οικείους δήμους, κοινότητας ή
νομικά πρόσωπα.
4) Ο Ναύαρχος Κουντουριώτης θέλει εξακολουθήσει να
εκτελή, ως μέχρι τούδε, καθήκοντα ρυθμιστού του πολιτεύματος, μέχρι συντάξεως
του δημοκρατικού Χάρτου της Ελλάδος”.
Στις 1.20 μμ της 25ης
Μαρτίου 1924 ο πρόεδρος της Συνελεύσεως Κ. Ρακτιβάν ανήγγειλε στους
συγκεντρωμένους έξω από το κτίριο της Βουλής την έκπτωση της Δυναστείας των
Γκλύκσμπουργκ και την ανακήρυξη της Αβασίλευτης Δημοκρατίας.
30. Οπως προκύπτει από τα παραπάνω ιστορικά στοιχεία
η Δ' Συντακτική Συνέλευση αποφασίζει την μεταβολή του πολιτεύματος θέτει όμως
την απόφασή της αυτή υπό τον όρο της έγκαρισής
της από τον λαό. Το εγκριτικό
δημοψήφισμα προβλέπεται από το ίδιο το ψήφισμα της 25ης Μαρτίου 1924.
Πρόκειται για δημοψήφισμα καταστατικό και ειδικότερα πολιτειακό. Από το
αποτέλεσμά του εξαρτάται η μεταβολή του πολιτεύματος. Η κυβέρνηση Παπαναστασίου
για την οριστική επίλυση του καθεστωτικού προέτεινε την διεξαγωγή
δημοψηφίσματος το οποίο και διεξήχθη
στις 13 Απριλίου 1924.
31. Το δημοψήφισμα διεξήχθη στις 13 Απριλίου 1924.
Υπέρ της δημοκρατίας ψήφισαν 758.472,
ήτοι ποσοστό 69,95% και κατά 325.322, ήτοι ποσοστό 30,05%.[40] Στις 16 Απριλίου ο Ελευθέριος Βενιζέλος δέχθηκε
την γνησιότητα του δημοψηφίσματος και το νέο Δημοκρατικό Πολίτευμα. Ο αρχηγός
των Ελευθεροφρόνων Ι. Μεταξάς αναγνώρισε αμέσως το αποτέλεσμα του
δημοψηφίσματος και δήλωσε ότι το κόμμα του θα πολιτευθεί στο πλαίσιο του νέου
πολιτεύματος. Αντίθετα, το μεγαλύτερο κόμμα της ευρύτερης Αντιβενιζελικής
Παράταξης αναγνώρισε το Δημοκρατικό Πολίτευμα με πολύ μεγάλη καθυστέρηση, οκτώ
χρόνια μετά.
32. Μείζον θέμα δημιουργήθηκε με την έκδοση του
νομοθετικού διατάγματος της 23ης Απριλίου 1924 “ περί κατοχυρώσεως του
δημοκρατικού πολιτεύματος”. Το άρθρο 8 του Διατάγματος θέσπιζε ποινική δίωξη
για πολιτικά αδικήματα και ανέθετε τη σχετική αρμοδιότητα σε δικαστήριο
διοριζόμενο από το Υπουργείο Στρατιωτικών. Παρά τις αντιρρήσεις 260 βουλευτές
ενέκριναν με την ψήφο τους το Διάταγμα αυτό. Την 1η Μαίου ορκίστηκαν στο
Δημοκρατικό Πολίτευμα οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι άντες των Ενόπλων Δυνάμεων.
33. Η
Συνέλευση με το από 24 Μαϊου 1924 ψήφισμά της ώρισε ότι " το Ελληνικόν
Κράτος φέρει τον τίτλον Ελληνική Δημοκρατία” ο δε προϊστάμενος της ανώτατος
δημόσιος λειτουργός, ο ενασκών την λειτουργίαν του ρυθμιστού του πολιτεύματος
τον τίτλον "Πρόεδρος της Δημοκρατίας ". Πρόεδρος της δημοκρατίας αναδείχθηκε ο μέχρι
τότε εκτελών χρέη αντιβασιλέως, ναύαρχος Π. Κουντουριώτης[41].
34. Πρόεδρος της Δημοκρατίας εξελέγη ο Π.
Κουντουριώτης. Το νέο πολίτευμα αναγνωρίστηκε και από το αντιβενιζελικό
Συντηρητικό κόμμα. Το φιλοβασιλικό Λαϊκό κόμμα όμως δεν αναγνώρισε το νέο
πολίτευμα πριν το 1932.
6. Οι προτάσεις στη Δ΄Συντατική Συνέλευση (1925)
35. Στην Δ΄ Συντακτική Συνέλευση τέθηκε και πάλι το
ζήτημα της καθιέρωσης του νομοθετικού προαιρετικού δημοψηφίσματος[42]. Στην Συνεδρίαση της 5ης Φεβρουαρίου 1925 ο
πληρεξούσιος Τριζηνίας Γ. Δουζίνας εισηγήθηκε την θέσπιση προαιρετικού νομοθετικού
δημοψηφίσματος για κάθε νομοσχέδιο, εκτός από τα αφορώντα την οικονομία και την
άμυνα.
36. Ο Αλ. Παπαναστασίου τάχθηκε υπέρ της καθιέρωσης
του υποχρεωτικού συνταγματικού δημοψηφίσματος, όχι όμως και υπέρ του
νομοθετικού. Εναντίον του δημοψηφίσματος τάχθηκε ο Γ. Παπανδρέου[43]. Πρόωρο θεώρησε για την εποχή εκείνη το θεσμό του
δημοψηφίσματος ο τότε Πρωθυπουργός Α. Μιχαλακόπουλος.[44]
7. Η "εκλογή" του
Θ. Πάγκαλου, ως προέδρου Δημοκρατίας (1926)
37. Συνήθως αναγράφεται στον κατάλογο των
"δημοψηφισμάτων" η διαδικαστική παρωδία με την οποία ο δικτάτορας Θ.
Πάγκαλος "εκλέχτηκε"
"Πρόεδρος της Δημοκρατίας".
Μετά την διάλυση της Εθνοσυνέλευσης, στις 29 Σεπτεμβρίου 1925, ο Θ.
Πάγκαλος απροκάλυπτα πλέον προχώρησε στην επιβολή δικτατορίας στις 4 Ιανουαρίου 1926. Στις 18 Μαρτίου 1926
ο Ναύαρχος Π. Κουντουριώτης παραιτήθηκε από την Προεδρία της Δημοκρατίας,
ελπίζοντας, ότι με την ενέργειά του αυτή θα παρέσυρε σε παραίτηση και την
κυβέρνησηση. Ο Πάγκαλος απήντησε την ίδια ημέρα με την έκδοση συντακτικής
πράξης προκήρυξης εκλογών για την ανάδειξη προέδρου της Δημοκρατίας. Με την
πράξη αυτή ετροποποιείτο το Σύνταγμα της 29ης Σεπτεμβρίου 1925, το οποίο
άλλωστε δεν εφαρμοζόταν. Με την ίδια πράξη περιωριζόταν η ηλικία των υποψηφίων
προέδρων μεταξύ 45 και 65 ετών, προκειμένου να αποκλεισθούν οι Ζαϊμης και
Κουντουριώτης τους οποίους θα υπεστήριζε ο πολιτικός κόσμος[45]. Το ανώτατο όριο ηλικίας προσδιορίστηκε λίγο
αργότερα στο 60ο έτος προκειμένου να αποκλεισθεί η υποψηφιότητα και του Ελ. Βενιζέλου[46].
38. Οι "εκλογές διεξήχθησαν τμηματικά στις 4 και
στις 11 Απριλίου, για λόγους καλπονοθευτικούς[47]. Αντίπαλος του Θ. Πάγκαλου στις εκλογές αυτές
ήταν ο καθηγητής του Αστικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου
Αθηνών Κ. Δεμερτζής, ο οποίος και υποδείχθηκε ως κοινός υποψήφιος όλων των
κοινοβουλευτικών κομμάτων και των δύο μεγάλων παρατάξεων. Ο Πάγκαλος τελικά χωρίς αντίπαλο[48]
"κέρδισε" τις εκλογές[49].
39. Η παραπάνω "διαδικασία" έχει πράγματι
κοινά σημεία με το λεγόμενο "προσωπικό δημοψήφισμα", πλην όμως,
ορθότερα, πρόκειται για διαδικασία άμεσης εκλογής προέδρου δημοκρατίας. Κατά
συνέπεια δεν ανήκει ούτε στον κατάλογο των "προσωπικών
δημοψηφισμάτων"[50].
8. Το δημοψήφισμα στο
Σύνταγμα του 1927
40.Το Σύνταγμα του 1927 είναι το πρώτο ελληνικό
Σύνταγμα, που καθιερώνει τον θεσμό του δημοψηφίσματος. Με το άρθρο 125 παρ. 5 εισάγεται το
συνταγματικό (όχι όμως και το νομοθετικό) δημοψήφισμα. Σύμφωνα με τις
συνταγματικές ρυθμίσεις είναι δυνατή η αναθεώρηση μόνον των μη θεμελιωδών
διατάξεων του Συντάγματος[51]. Επομένως
και η διεξαγωγή αναθεωρητικού δημοψηφίσματος μπορεί να αφορά μόνον αυτές τις
διατάξεις και όχι τις θεμελιώδεις. Κατά την ρύθμιση του Συντάγματος του 1927 η
πρόταση αναθεώρησης έπρεπε να ψηφιστεί σε δύο στάδια. Αρχικά από την βουλή και
την γερουσία και μετά πάροδο τριών μηνών από την Εθνική Συνέλευση, την οποία
συγκροτούσαν τα δύο νομοθετικά σώματα σε κοινή συνεδρίαση[52].
41. Η Εθνική
Συνέλευση μπορούσε να θέσει την απόφασή της σε δημοψήφισμα προκειμένου η
αναθεώρηση να εγκριθεί από τον λαό[53]. Οπως
γίνεται σαφές από την συνταγματική διατύπωση
το συνταγματικό δημοψήφισμα εισάγεται ως προαιρετικό και όχι υποχρεωτικό[54]. Δεν επιβάλλεται δηλαδή η διεξαγωγή
δημοψηφίσματος σε περίπτωση αναθεώρησης του Συντάγματος, αλλ΄αφίεται στην κρίση
της Εθνικής Συνέλευσης, η οποία
"δύναται" να υποβάλει την απόφασή της σε δημοψήφισμα.
42. Το δημοψήφισμα δεν προηγείται, αλλ έπεται του
αναθεωρητικού έργου της Εθνικής Συνέλευσης, είναι δηλαδή εγκριτικό. Η απόφαση του
λαού είναι δεσμευτική. Πρόκειται δηλαδή για περίπτωση συνταγματικού
αποφασιστικού δημοψηφίσματος[55].
9. Το "δημοψήφισμα"
της 3ης Νοεμβρίου 1935
43. Οπως το δημοψήφισμα του 1924 έτσι και το επόμενο
του 1935 είχε ως αντικείμενο το πολιτειακό.
Μετά το αποτυχημένο κίνημα των
βενιζελικών αξιωματικών της 1ης Μαρτίου
1935, εντάθηκαν οι διαδικασίες για την κατάργηση της αβασίλευτης και την
επιστροφή στην βασιλευόμενη δημοκρατία.
Στις εκλογές της 9ης Ιουνίου 1935 δεν έλαβαν μέρος τα βενιζελικά κόμματα
και επομένως δεν εκπροσωπήθηκαν στην Ε' Εθνοσυνέλευση[56]. Η
Συνέλευση αυτή, από την οποία απουσίαζαν τα βενιζελικά κόμματα, συνήλθε την 1η
Ιουλίου 1935.
44. Ηδη στις
πρώτες συνεδριάσεις της κυριάρχησε η διαφωνία για τον τρόπο επίλυσης του
πολιτειακού. Οι μετριοπαθείς βασιλικοί υποστήριζαν την διεξαγωγή
δημοψηφίσματος, στο οποίο ο λαός θα εξέφραζε ελεύθερα την θέλησή του, ενώ οι
ακραίοι του χώρου τάχθηκαν υπέρ της άμεσης παλινόστησης της βασιλείας και του
επικυρωτικού δημοψηφίσματος[57]. Προσωρινά
επικράτησαν οι μετριοπαθείς και η
κυβέρνηση Τσαλδάρη. Με ψήφισμά της της 10ης Ιουλίου 1935 η Εθνοσυνέλευση
αποφάσισε την διεξαγωγή , μέχρι την 15η Νοεμβρίου 1935, δημοψηφίσματος “περί διατηρήσεως του
υφισταμένου δημοκρατικού κοινοβουλευτικού πολιτεύματος ή περί καθιερώσεως της
βασιλευομένης δημοκρατίας.” Στην συνέχεια η Ε'
Εθνοσυνέλευση διέκοψε τις
εργασίες της.
45. Στις 10
Οκτωβρίου 1935 ημέρα επανάληψης των εργασιών της Εθνοσυνέλευσης ο Γ. Κονδύλης
και οι αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων ανέτρεψαν την κυβέρνηση Τσαλδάρη. Αμέσως οι
πραξικοπηματίες κατήργησαν το δημοκρατικό πολίτευμα και επανέφεραν σε ισχύ το
Σύνταγμα του 1911 μέχρι την επιψήφιση νέου. Καθήκοντα αντιβασιλέα ανέλαβε ο
Κονδύλης. Οι αρχηγοί των δημοκρατικών κομμάτων , εκτός του Ελ. Βενιζέλου[58], κατήγγειλαν την πραξικοπηματική παλινόρθωση της
βασιλείας. Η πραξικοπηματική κυβέρνηση Κονδύλη διοργάνωσε το νόθο
δημοψήφισμα της 3ης Νοεμβρίου 1935,
“περί εγκρίσεως της δια του από 10 Οκτωβρίου εε, Ψηφίσματος της Ε' Εθνικής Συνελεύσεως της Ελλήνων
επελθούσης μεταβολής του πολιτεύματος" .
Το υπουργικό Συμβούλιο εξουσιοδοτήθηκε με την Γ' Συντακτική Πράξη της
14ης Οκτωβρίου 1935 και καθώρισε με
πράξη του τον τρόπο και τις λεπτομέρειες της διενέργειας του δημοψηφίσματος της 3ης Νοεμβρίου[59].
Και το δημοψήφισμα αυτό εξελίχθηκε σε παρωδία.
Επί συνόλου 1. 527. 714 η βασιλεία πήρε 1. 491. 992 ψήφους, δηλαδή ποσοστό 97,88% και η
αβασίλευτη δημοκρατία μόνο 32. 454 ψήφους δηλαδή ποσοστό 2,12%. Οι κυβερνώντες δεν φρόντισαν να φανεί η αποχή,
που είχαν κηρύξει οι οπαδοί της αβασίλευτης Δημοκρατίας[60]. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο βασιλιάς Γεώργιος
ο Β’ έσπευσε να επιστρέψει στην Ελλάδα στις 25 Νοεμβρίου και να αναλάβει
καθήκοντα[61].
46. Από όλες τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διεξήχθη
το δημοψήφισμα του 1935, όπως προκύπτει και από τα αποτελέσματά του, εξελίχθηκε
σε μια κατ' επίφαση δημοψηφισματική διαδικασία μέσα από την οποία ο λαός
κλήθηκε όχι να επιλέξει μορφή πολιτεύματος αλλά να επικυρώσει την ήδη επελθούσα
μεταβολή. Πέρα όμως από τον χαρακτήρα αυτό οι συνθήκες τρομοκρατίας, η νόθευση
των αποτελεσμάτων και η μεγάλη αποχή των δημοκρατικών, κάθε άλλο παρά
επιτρέπουν το συμπέρασμα ότι στην διαδικασία αυτή εκδηλώθηκε η θέληση του
ελληνικού λαού.
10. Το δημοψήφισμα της 1ης
Σεπτεμβρίου 1946
47. Μετά την απελευθέρωση χρησιμοποιείται το
δημοψήφισμα στην Ελλάδα και πάλι για την επίλυση του πολιτειακού. Με το
διάταγμα της 19ης Ιανουαρίου 1946
προκηρύχθηκαν εκλογές για την ανάδειξη αναθεωρητικής βουλής. Η βουλή θα
μπορούσε να αναθεωρήσει οποιαδήποτε συνταγματική διάταξη εκτός από εκείνες που
θα καθόριζαν την μορφή του πολιτεύματος. Προκειμένου να καθοριστεί η μορφή του
πολιτεύματος θα διεξήγετο δημοψήφισμα μετά τις εκλογές[62].
48. Στις 31 Μαρτίου 1946 διεξήχθησαν οι εκλογές[63]. Για την
κυβερνητική πλειοψηφία, που προέκυψε από αυτές, δεν ετίθετο πολιτειακό θέμα. Το
πολίτευμα, η βασιλευόμενη Δημοκρατία, ήταν δεδομένο. Ζήτημα δημιουργούσε μόνον
η παρατεταμένη και συνεχιζόμενη απουσία του μονάρχη στο εξωτερικό και αυτό το
θέμα έπρεπε να τεθεί σε δημοψήφισμα[64]. Στις 25
Ιουνίου 1946 η Δ' Αναθεωρητική Βουλή ψήφισε το Δ' Ψήφισμα "Περί
προκηρύξεως δημοψηφίσματος περί επανόδου της ΑΜ του Βασιλέως Γεωργίου Β' "
[65]. Με το
δημοψήφισμα αυτό στον λαό δεν τέθηκε ζήτημα επιλογής ανάμεσα στην βασιλευόμενη
και στην αβασίλευτη δημοκρατία, αλλ’ ερώτημα, που αφορούσε την επιστροφή του
συγκεκριμένου μονάρχη. Το πολιτειακό εθεωρείτο ως λυμένο ζήτημα. Με την θέση
αυτή του ερωτήματος επιδιώχθηκε η άσκηση ακόμη μεγαλύτερης πίσεσης προς την κατεύθυνση
της επανεγκατάστασης της βασιλευόμενης δημοκρατίας.
49. Το δημοψήφισμα της 1ης Σεπτεμβρίου 1946
εμφανίστηκε έτσι τυπικά ως "προσωπικό δημοψήφισμα", καθόσο με τον
τρόπο που τέθηκε το ερώτημα δεν αφορούσε την μορφή του πολιτεύματος, αλλά
συγκεκριμένο μονάρχη, συγκεκριμένο πρόσωπο. Το κυρίαρχο όμως ζήτημα ήταν το
πολιτειακό και δεν γεννάται αμφιβολία για το ότι το "προσωπικό
δημοψήφισμα" υπέκρυπτε "ουσιαστικό δημοψήφισμα". Από το
αποτέλεσμα του προσωπικού αυτού δημοψηφίσματος θα κρινόταν και το μέλλον της
βασιλείας στην Ελλάδα. Βασικός ρόλος του πρώτου αυτού μεταπολεμικού
δημοψηφίσματος ήταν ο καθορισμός της μορφής του πολιτεύματος της Ελλάδας ως
βασιλευόμενης ή αβασίλευτης δημοκρατίας.
50. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 1ης
Σεπτεμβρίου 1946 ήταν 68,40% υπέρ της
βασιλευομένης δημοκρατίας[66]. Μετά το αποτέλεσμα αυτό ο Γεώργιος ο Β’ επανήλθε στον θρόνο. Παρά το ότι οι γενικότερες συνθήκες
διεξαγωγής του δημοψηφίσματος αυτού δεν ήταν οι ιδανικές για την αδιάβλητη εκδήλωση
της λαϊκής θέλησης, εντούτοις, ενόψει κυρίως των δυσχερών περιστάσεων, στις
οποίες βρισκόταν η χώρα, το αποτέλεσμα αναγνωρίστηκε και από τους πολιτικούς
αρχηγούς, που είχαν αντιταχθεί στην παλινόστητη της Γεωργίου[67].
11. Το " δημοψήφισμα
" της 29ης Σεπτεμβρίου 1968.
51.Την 21η Απριλίου 1967 πραγματοποιήθηκε στρατιωτικό πραξικόπημα, το
οποίο κατέλυσε την κοινοβουλευτική δημοκρατία και εγκατέστησε δικτατορική
κυβέρνηση. Στις πρώτες εξαγγελίες της δικτατορίας ανήκε και η σύνταξη νέου
Συντάγματος, έτσι ώστε να καλλιεργείται η εντύπωση ότι μετά την ψήφιση και
εφαρμογή του θα απεκαθίστατο η πολιτική ομαλότητα[68]. Στις 30
Ιουλίου 1968 εκδόθηκε η 133 Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου "Περί
προκηρύξεως διεξαγωγής δημοψηφίσματος
επί του καταρτισθέντος νέου σχεδίου Συντάγματος της Χώρας, τρόπου διενεργείας αυτού κλπ. [69]. Μέσα σε
απερίγραπτες συνθήκες, υπό καθεστός πάντοτε στρατιωτικού νόμου πραγματοποιήθηκε
στις 29 Σεπτεμβρίου 1968 δημοψηφισματική διαδικαστική παρωδία, με γνωστή εκ των
προτέρων την έκβαση[70].
52. Πέρα από τις πραγματικές συνθήκες διεξαγωγής του,
σχετικά με το νόθο αυτό "δημοψήφισμα" της τελευταίας δικτατορίας
πρέπει να σημειωθούν τα εξής. Τυπικά το "δημοψήφισμα" εμφανίζεται ως
συνταγματικό, ως δημοψήφισμα δηλαδή για την έγκριση σχεδίου Συντάγματος. Δεν
ήταν όμως αυτός ο σκοπός της διεξαγωγής του. Η θεσμική αναδιάρθρωση δεν
ενδιέφερε ασφαλώς την δικτατορία. Με την διαδικασία αυτή επιδιώστηκε να
προσδοθεί "δημοκρατική" πρόσοψη" στο στρατιωτικό καθεστός και να
εμφανιστεί έτσι, ότι διαθέτει "λαϊκή βάση". Το "αποτέλεσμα"
ερμηνεύτηκε από τους διοργανωτές του "δημοψηφίσματος" ως έκφραση της
εμπιστοσύνης του λαού προς την κυβέρνηση. Χρησιμοποιείται δηλαδή η
"δημοψηφισματική διαδικασία περίπου ως υποκατάστατο πολιτικής διαδικασίας.
Το αποτέλεσμα δεν ερμηνεύεται βασικά ως "εγκριση του Συντάγματος"
αλλ΄ως έγκριση της δικατορίας. Με την διαδικαστική αυτή παρωδία επιχειρήθηκε η
"αναβάπτιση" της δικατατορίας στην "λαϊκή έγκριση".
53. Μετά την απόρριψη από τον Αρειο Πάγο των
ενστάσεων, που κατατέθηκαν κατά του κύρους του "δημοψηφίσματος"[71] το "νέο Σύνταγμα του 1968 τέθηκε σε
ισχύ", ως προς ορισμένες βέβαια διατάξεις του, από την 15η Νοεμβρίου. Η στρατιωτική
δικτατορία δεν είχε σκοπό να εφαρμόσει ούτε το Σύνταγμα που η ίδια συνέταξε.
12. Το
"δημοψήφισμα" της 29ης Ιουλίου 1973
54. Κατά την διάρκεια της δικτατοαρίας διεξήχθη στην
Ελλάδα και δεύτερο “δημοψήφισμα”. Το
δικτατορικό καθεστώς προχώρησε το 1973, μετά το κίνημα του πολεμικού ναυτικού[72] στην κατάργηση της βασιλείας και σε
"πολιτειακή αλλαγή". Με την συντακτική πράξη, που εξέδωσε το
υπουργικό συμβούλιο την 1η Ιουνίου 1973, η "βασιλευομένη δημοκρατία"
μετατράπηκε σε "προεδρική κοινοβουλευτική δημοκρατία". Η πολιτειακή αυτή αλλαγή έπρεπε και πάλι να επικυρωθεί με "δημοψήφισμα",
το οποίο άλλωστε προέβλεπε η ίδια συντακτική πράξη.
55. Το "δημοψήφισμα" προκηρύχθηκε για την
29η Ιουλίου με το ΝΔ 9 "Περί προκηρύξεως και τρόπου διενεργείας
δημοψηφίσματος επί των τροποποιήσεων του από 15ης Νοεμβρίου 1968 Συντάγματος.
Στις 15 Ιουνίου εκδόθηκε πράξη του υπουργικού συμβουλίου, που περιείχε
"σχέδιο ψηφίσματος" για την τροποποίηση του "Συντάγματος του
1968"[73]. Σύμφωνα
με τις μεταβατικές διατάξεις του σχεδίου οι Γ. Παπαδόπουλος και Οδ. Αγγελής
διορίζονταν προσωρινά πρόεδρος και αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας μέχρι την 1η
Ιουνίου 1981. Ετσι το "δημοψήφισμα" αποκτούσε μια επιπλέον
ιδιαιτερότητα. Δεν είχε μόνο "τον ουσιαστικό χαρακτήρα" της
"αλλαγής του πολιτεύματος" αλλά και τον προσωπικό χαρακτήρα "της
εκλογής", ήταν δηλαδή ταυτόχρονα "ουσιαστικό" και
"προσωπικό" "δημοψήφισμα". Το “αποτέλεσμα” του
δημοψηφίσματος της 29ης Ιουλίου 1973
ήταν αναμενόμενο, 78,4% υπέρ του σχεδίου[74]. Ο ΑΠ
απέρριψε τις ενστάσεις, που υποβλήθηκαν κατά του κύρους του δημοψηφίσματος[75]. Με την διαδικαστική αυτή παρωδία ο θεσμός του
δημοψηφίσματος κακοποιείται βάναυσα και δυσφημείται στην νεότερη Ελλάδα, ακόμη
μία φορά.
13. Το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974
56. Με την απομάκρυνση της δικτατορίας ο θεσμός του
δημοψηφίσματος χρησιμοποιείται για τον καθορισμό του πολιτεύματος και την
αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης.
Στις 23 Ιουλίου 1974 απομακρύνεται το δικτατορικό καθεστώς και την
επομένη ορκίζεται ενώπιον του "προέδρου" Φ. Γκιζίκη, η "κυβέρνηση εθνικής ενότητας[76]" του Κ. Καραμανλή. Η κυβέρνηση αυτή
προχώρησε αμέσως, την 1η Αυγούστου 1974, στην προσωρινή ρύθμιση με συντακτική
πράξη του συνταγματικού καθεστώτος της χώρας, μέχρι τον οριστικό καθορισμό του
πολιτεύματος και την κατάρτιση νέου Συντάγματος[77].
57.Τα χαρακτηριστικά του προσωρινού συνταγματικού
καθεστώτος, όπως προσδιορίστηκε με την παραπάνω "καταστατική"
συντακτική πράξη είναι τα εξής: α)
Καταργήθηκε κάθε συνταγματικού περιεχομένου πράξη της δικτατορίας[78]. β) Επαναφέρθηκε προσωρινά, από 1/8/1974 μέχρι
της ψηφίσεως του οριστικού Συντάγματος της χώρας, το Σύνταγμα του 1952[79]. γ) Με την
καταστατική ΣΠ ορίστηκε ότι ο οριστικός καθορισμός της μορφής του
πολιτεύματος θα πραγματοποιηθεί με την
ελεύθερη έκφραση της βούλησης του ελληνικού λαού[80], δηλαδή με δημοψήφισμα. Η καταστατική συντακτική
πράξη διαχωρίζει τον καθορισμό της μορφής του πολιτεύματος, ο οποίος θα γίνει
με δημοψήφισμα και την σύνταξη του Συντάγματος, που θα πραγματοποιηθεί από
εθνική αντιπροσωπεία[81]. Μέχρι τον καθορισμό της μορφής του πολιτεύματος
καθήκοντα ανώτατου άρχοντα εκτελεί ο πρόεδρος της Δημοκρατίας. Για τούτο η
επαναφορά των διατάξεων του Συντάγματος
του 1952 δεν επεκτείνεται και στις διατάξεις που καθορίζουν την μορφή
του πολιτεύματος. Οπου στο επανατιθέμενο
σε ισχύ Σύνταγμα αναφέρεται ο βασιλεύς, νοείται ο πρόεδρος της Δημοκρατίας[82]. δ) Η διαμόρφωση του προσωρινού συνταγματικού
καθεστώτος ολοκληρώνεται με διάφορες
τροποποιήσεις τις οποίες η ίδια η ΣΠ επιφέρει στις διατάξεις του
Συντάγματος του 1952. Παράλληλα η "καταστατική" ΣΠ αναγνωρίζει στο υπουργικό συμβούλιο σ υ ν
τ α κ τ ι κ ή εξουσία, δηλαδή εξουσία
έκδοσης επόμενων συντακτικών πράξεων,
κυρουμένων και δημοσιευομένων από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Η εξουσία
αυτή αναγνωρίζεται στο υπουργικό συμβούλιο για την μεταβατική περίοδο, δηλαδή μέχρι την σύγκληση της εθνικής
αντιπροσωπείας[83]. Κατά το
ίδιο χρονικό διάστημα η νομοθετική εξουσία ασκείται από το υπουργικό συμβούλιο
με νομοθετικά διατάγματα που κυρώνονται εκδίδονται και δημοσιεύονται από τον
ανώτατο άρχοντα[84].
58. Η ενυπάρχουσα στην καταστατική ΣΠ διάκριση μεταξύ
δημοψηφισματικού καθορισμού της μορφής
του πολιτεύματος και σύνταξης κατά τα λοιπά νέου Συντάγματος από εθνική αντιπροσωπεία εξειδικεύεται και
υλοποιείται με την "δ ι α δ ι κ α σ τ ι κ ή" ΣΠ της 4ης
Οκτωβρίου 1975 "περί προσφυγής εις την λαϊκήν ετυμηγορίαν προς
ολοκλήρωσιν της δημοκρατικής νομιμότητος"[85]. Η πράξη αυτή: α) Επαναλαμβάνει την αναγκαιότητα
εκλογών των οποίων την διεξαγωγή τοποθετεί πριν από εκείνη του δημοψηφίσματος[86]. β)Προβλέπει και ρυθμίζει ειδικότερα την
προκήρυξη και διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τον καθορισμό της μορφής του
δημοκρατικού πολιτεύματος της χώρας[87]. γ) Ορίζει την διαδικασία σύνταξης Συντάγματος
από εθνική αντιπροσωπεία[88].
59. Η πράξη αυτή όριζε στο άρθρο 1 παρ. 1 τα εξής :
" Εντός 15 το βραδύτερον ημερών από της διενεργείας εκλογών Εθνικής
Αντιπροσωπείας, η εξ' αυτής προερχομένη Κυβέρνησις υποχρεούται, όπως προκηρύξη δ η μ ο ψ ή φ ι σ
μ α προς καθορισμόν της μορφής του δημοκρατικού πολιτεύματος της Χώρας, δια της
αμέσου και ελευθέρας εκφράσεως της βουλήσεως του Ελληνικού
Λαού. Το δημοψήφισμα θα διεξαχθή το βραδύτερον εντος 30 ημερών από της
ημέρας της προκηρύξεως αυτού". Με
την ίδια συντακτική πράξη ερυθμίζοντο επίσης και άλλα διαδικαστικά ζητήματα[89].
60. Οι βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν στις 17
Νοεμβρίου 1974, επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου[90]. Η
Βουλή, που προέκυψε από τις εκλογές της
17ης νοεμβρίου 1974, έλαβε τον τίτλο
" Ε Αναθεωρητική Βουλή των Ελλήνων".
Η βουλή αυτή επεξεργάστηκε και
ψήφισε το Σύνταγμα του 1975. Την επομένη
των εκλογών άρχισε η "προδημοψηφισματική" περίοδος. Στις 22 Νοεμβρίου
1974 εκδόθηκε το ΠΔ 804 για την προκήρυξη του δημοψηφίσματος [91]Το τελευταίο δημοψήφισμα διεξήχθη στην Ελλάδα στις
8 Δεκεμβρίου 1974, για τον καθορισμό της μορφής του πολιτεύματος της Ελλάδας ως
βασιλευομένης ή αβασίλευτης δημοκρατίας.
61. Οπως προκύπτει από το άρθρο 1 παρ. 1 της
Συντακτικής Πράξης του Οκτωβρίου 1974, θεσπίστηκε υποχρεωτικό αποφασιστικό συντακτικό
δημοψήφισμα[92]. Η μεσολάβηση της δημοψηφισματικής διαδικασίας ήταν υποχρεωτική. Το δημοψήφισμα
της 8ης Δεκεμβρίου 1974, είχε
αναμφισβήτητα συντακτικό χαρακτήρα. Ο
ελληνικός λαός κλήθηκε να καθορίσει την μορφή του πολιτεύματος ενόψει της
σύνταξης του νέου Συντάγματος. Ο λαός κλήθηκε να αποφασίσει "επί της
αρχής", την οποία θα εξειδίκευε η αναθεωρητική βουλή. Η εξουσία της προσδιορίστηκε από το περιεχόμενο του δημοψηφίσματος.
Δεσμευόταν επομένως η αναθεωρητική βουλή από την αβασίλευτη μορφή του
πολιτεύματος, την οποία και δεν μπορούσε να μεταβάλει.
62. Η δημοψηφισματική διαδικασία διεξήχθη την 8η Δεκεμβρίου 1974 κατά τρόπο αδιάβλητο. Στο δημοψήφισμα αυτό ο ελληνικός λαός επέλεξε την αβασίλευτη μορφή
του πολιτεύματος. Τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος έδωσαν 69,18% υπέρ της
αβασίλευτης δημοκρατίας και 30,82% υπέρ της βασιλευομένης[93]. Ύστερα από το αποτέλεσμα αυτό εγκαθιδρύεται στην
Ελλάδα το πολίτευμα της Προεδρευομένης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Πρόκειται
πράγματι για το μοναδικό δημοψήφισμα στην νεοελληνική συνταγματική ιστορία, του
οποίου το αποτέλεσμα δεν αμφισβητήθηκε σοβαρά και για το οποίο δεν υπήρξαν
σοβαρές καταγγελίες σχετικά με τις
συνθήκες διεξαγωγής του[94]. Με το δημοψήφισμα του 1974 ο ελληνικός λαός
ασκώντας την συντακτική εξουσία καθώρισε την μορφή του πολιτεύματος και έθεσε
τα θεμέλια της συνταγματικής τάξης.
14. Το εναλλακτικό
δημοψήφισμα της διαδικαστικής Συντακτικής Πράξης της 3ης Οκτωβρίου 1974.-
63. Η διαδικαστική συντακτική πράξη της 3ης Οκτωβρίου
1974 επεφύλαξε έναν ακόμη ρόλο στο συνταγματικό δημοψήφισμα. Προέβλεψε
συντρέχον εναλλακτικό συνταγματικό δημοψήφισμα,
το οποίο θα διενεργείτο για την έγκριση του Συντάγματος στην περίπτωση, που η Αναθεωρητική Βουλή δεν
αποπεράτωνε την σύνταξή του μέσα στην συγκεκριμένη προθεσμία.
64. Οσον αφορά το νέο Σύνταγμα η διαδικαστική
συντακτική πράξη όριζε τα εξής: α) προέβλεπε την σύνταξη κυβερνητικού σχεδίου
Συντάγματος το οποίο θα ελαμβάνετο ως
βάση προς συζήτηση[95]. β)
Εξασφάλιζε την λειτουργική αυτονομία της εθνικής αντιπροσωπείας, η οποία ήταν
αρμόδια να καθορίσει τον τρόπο και τις λεπτομέρειες των συζητήσεων επί του
σχεδίου[96]. γ) Οριζε προθεσμία τριών μηνών από της υποβολής
του σχεδίου, μέσα στην οποία η εθνική αντιπροσωπεία όφειλε να ολοκληρώσει το
συντακτικό έργο[97]. Αν το Σύνταγμα δεν ψηφιζόταν στην οριζόμενη
προθεσμία, προβλεπόταν η διεξαγωγή συνταγματικού δημοψηφίσματος[98].
65.Το άρθρο 5 παρ. 1
της Συντακτική Πράξης "Περί προσφυγής εις την λαϊκήν ετυμηγορίαν
προς ολοκλήρωσιν της δημοκρατικής νομιμότητος", όριζε τα εξής : "Μη
ολοκληρωθείσης της ψηφίσεως του Συντάγματος εντός της εν παραγράφω 1 του προηγούμένου άρθρου προθεσμίας, το
οριστικόν Σύνταγμα της Χώρας κυρούται δια λαϊκού δ η μ ο ψ η φ ί σ μ α τ ο ς.
Προς τούτο εξουσιοδοτείται η Κυβέρνησις, τυχούσα της εμπιστοσύνης της Εθνικής
Αντιπροσωπείας, όπως υποβάλη υπό την λαϊκήν έγκρισιν εις ελεύθερον δημοψήφισμα,
το παρ' αυτής συνταχθέν σχέδιον Συντάγματος, υποχρεουμένη να παροσαρμόση αυτό προς τας υπό της Εθνικής Αντιπροσωπείας
ψηφισθείσας διατάξεις, μετά νομοθετικήν επεξεργασίαν του τελικού σχεδίου υπό
της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας". Το προβλεπόμενο στην
Συντακτική Πράξη δημοψήφισμα είναι υποχρεωτικό. Η κυβέρνηση υποχρεούται να
προχωρήσει στην διεξαγωγή του, εφόσον δεν ολοκληρωθεί η ψήφιση του Συντάγματος
στην οριζόμενη προθεσμία.
66. Η παραπέρα
διαδικασία ψήφισης του Συντάγματος ρυθμίστηκε από το Γ' Ψήφισμα της 24ης
Δεκεμβρίου 1974[99]. Με το
ψήφισμα συστήθηκε ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή για την αναθεώρηση του
Συντάγματος[100]. Εργο της
επιτροπής ήταν η επεξεργασία του κυβερνητικού σχεδίου Συντάγματος και η προσαρμογή του στην εκφρασθείσα την 8η
Δεκεμβρίου θέληση του ελληνικού λαού για την μορφή του πολιτεύματος ως
αβασίλευτης δημοκρατίας. Η επιτροπή όφειλε να διαμορφώσει ενιαίο κείμενο
Συντάγματος λαμβάνοντας υπόψη και τις
υποβαλλόμενες από τους βουλευτές προτάσεις[101]. Το κυβερνητικό σχέδιο Συντάγματος κατέθηκε στη βουλή στη συνεδρίαση της 7ης
Ιανουαρίου 1975 και παραπέμφθηκε για
επεξεργασία στη συνταγματική επιτροπή[102]. Η επιτροπή ολοκλήρωσε την επεξεργασία του σχεδίου
στις 22 Μαρτίου 1975 και κατέθεσε στην εθνική αντιπροσωπεία σχέδιο Συντάγματος. Οι συζητήσεις για την
αναθεώρηση του Συντάγματος στην ο λ ο μ
έ λ ε ι α τ η ς β ο υ λ ή ς
άρχισαν στις 27 Μαρτίου 1975 και τελείωσαν στις 7 Ιουνίου 1975[103]. Η εθνική
αντιπροσωπεία ολοκλήρωσε την κατ' άρθρο
ψήφιση του σχεδίου στις 2 Ιουνίου
1975. Ακολούθως ειδική επιτροπή [104] διαμόρφωσε, χωρίς παρεμβάσεις επί της
ουσίας, το τελικό κείμενο. Την 7η
Ιουνίου 1975 η Ε' αναθεωρητική βουλή των
ελλήνων ψήφισε το νέο Σύνταγμα[105] και το ψήφισμα ΙΒ[106], με το οποίο τέθηκε σε ισχύ από την 11η Ιουνίου
1975. Το Σύνταγμα του 1975 δεν τέθηκε τελικά
σε ισχύ με δημοψήφισμα.
15. Το Δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015
67. Η πρόταση της Κυβέρνησης ως προς την διεξαγωγή
Δημοψηφίσματος για κρίσιμο εθνικό θέμα,
διατυπώθηκε στην από 26.06.2015 απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Ακολούθως με την από 27.06.2015 απόφαση
της Ολομέλειας της Βουλής των Ελλήνων (Α΄ 62) αποφασίστηκε η διεξαγωγή Δημοψηφίσματος για κρίσιμο εθνικό
θέμα, σύμφωνα με το άρθρο 44 παρ. 2 εδ. α΄ του Συντάγματος[107]. Σύμφωνα
με τα παραπάνω δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της Ελληνικής
Δημοκρατίας Τεύχος Πρώτο Αρ. Φύλλου 63/
28 Ιουνίου 2015 το ΠΔ υπ αριθμ. 38 «
Προκήρυξη Δημοψηφίσματος για κρίσιμο εθνικό θέμα» προκηρύχθηκε Δημοψήφισμα για την 5η Ιουλίου 2015, ημέρα Κυριακή,
προκειμένου προκειμένου ο Ελληνικός Λαός να αποφανθεί δια της άμεσης και
ελεύθερης έκφρασης της βούλησής του επί του ακόλουθου ερωτήματος: «Πρέπει να
γίνει αποδεκτό το σχέδιο συμφωνίας, το οποίο κατέθεσαν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η
Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο Eurogroup της 25.06.2015 και αποτελείται από δύο μέρη, τα
οποία συγκροτούν την ενιαία πρότασή τους; Το πρώτο έγγραφο τιτλοφορείται «Reforms for the completion of the Current Program and Beyond» («Μεταρρυθμίσεις για την
ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος και πέραν αυτού») και το δεύτερο «Preliminary Debt sustainability analysis» («Προκαταρκτική ανάλυση
βιωσιμότητας χρέους»). ΄Οσοι από τους πολίτες της χώρας απορρίπτουν την πρόταση
των τριών θεσμών ψηφίζουν: ΔΕΝ ΕΓΚΡΙΝΕΤΑΙ/ΟΧΙ. ΄Οσοι από τους πολίτες της χώρας
συμφωνούν με την πρόταση των τριών θεσμών ψηφίζουν: ΕΓΚΡΙ− ΝΕΤΑΙ/ΝΑΙ.» Το
Δημοψήφισμα διεξήχθη κατά τις διατάξεις του άρθρου 44 παρ. 2 εδάφιο α΄ του
Συντάγματος και του ν. 4023/2011 (Α΄ 220) και ζητήματα προθεσμιών και άλλα
οργανωτικά και διαδικαστικά θέματα ρυθμίστηκαν με Πράξη Νομοθετικού
Περιεχομένου. Το Δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 είναι το πρώτο στο
οποίο καλούνται οι Έλληνες να αποφασίσουν για ουσιαστικό ζήτημα εκτός του
πολιτειακού. Στο δημοψήφισμα της Κυριακής (5/7/2015) τα τελικά αποτελέσματα ανέδειξαν συντριπτική
επικράτηση του «ΟΧΙ» σε όλη την Επικράτεια. Συγκεκριμένα το «Όχι» συγκέντρωσε
ποσοστό 61,31%, ενώ το «Ναι» ποσοστό
38,69%. Η συμμετοχή είναι πράγματι υψηλή
καθώς ανήλθε στο 62,50% επί των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους.
Γ΄
Συμπεράσματα
68.Το δημοψήφισμα με την ουσιαστική ένοια του όρου,
“ψήφισμα του δήμου”, ως απόφαση δηλαδή του λαού απαντάται στην ελληνική
αρχαιότητα και συνδέεται στενά με την δημοκρατία, που αναπτύχθηκε στην αρχαία
Ελλάδα. Από την άποψη αυτή το δημοψήφισμα έχει
ε λ λ η ν ι κ ή κ α τ α γ ω γ ή,
είναι θεσμός ελληνικής προέλευσης. Ως
δημοψήφισμα με την τυπική διαδικαστική έννοια του όρου, ως διαδικασία δηλαδή
λήψης απόφασης του εκλογικού σώματος σε συγκεκριμένο ουσιαστικό ζήτημα με
μυστική ψηφοφορία το δημοψήφισμα δεν χρησιμοποιείται στην αρχαία ελληνική
δημοκρατία, στην οποία οι αποφάσεις λαμβάνονται με προφορική φανερή ψηφοφορία
στην λαϊκή συνέλευση. Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπάρχει ανάγκη διεξαγωγής
δημοψηφισμάτων με γραπτή και σε περισσότερα εκλογικά τμήματα διαδικασία. Το
μέγεθος της πόλης επιτρέπει την λήψη αποφάσεων με ζωντανή προφορική ψηφοφορία.
Αν και η γραπτή- μυστική ψηφοφορία είναι
γνωστή, χρησιμοποιείται για ζητήματα,
που έχουν προσωπική χροιά και όχι για ουσιαστικά θέματα.
69. Στον κατάλογο των "δημοψηφισμάτων', που
διενεργήθηκαν στην νεώτερη Ελλάδα συμπεριλαμβάνονται εννέα διαδικασίες , που
πραγματοποιήθηκαν το 1862, 1920, 1924, 1926, 1935, 1946, 1968, 1973, και 1974,
από τις οποίες εκείνη του 1926- φέρει χαρακτηριστικά ιδιότυπης προεδρικής
εκλογής[108].-
70. Από τις οκτώ παραπάνω διαδικασίες, η πρώτη δεν
έχει χαρακτήρα δημοψηφίσματος, αλλ ιδιότυπης εκλογής μονάρχη και είναι μοναδική
στη συνταγματική ιστορία. Χαρακτήρα
δημοψηφίσματος δεν έχει ούτε η δεύτερη διαδικασία, η οποία συγκεντρώνει τα
χαρακτηριστικά προσωπικού δημοψηφίσματος. Χαρακτήρα δημοψηφίσματος έχει η
διαδικασία του 1924 αλλά και του 1935.
Ως προσωπικό δημοψήφισμα πρέπει να χαρακτηρισθεί τελικά η διαικασία του
1946. Χαρακτήρα δημοψηφίσματος, πέρα από τον παρωδιακό χαρακτήρα του έχει το
"δημοψήφισμα" του 1968, ενώ προσωπικό χαρακτήρα εκείνο του 1973.
Απόλυτα συγκεντρώνει τα στοιχεία του δημοψηφίματος η διαδικασία του 1974. Από τις οκτώ δηλαδή διαδικασίες προσωπικό
χαρακτήρα ή χαρακτήρα "εκλογής" έχουν οι τέσσαρες διαδικασίες (1862,
1920, 1946 και 1973) και χαρακτήρα δημοψηφίσματος οι υπόλοιπες (1924, 1935,
1968, 1974).
71. Σύμφωνα με τα παραπάνω κριτήρια είναι δυνατό να
λεχθεί, ότι στην Ελλάδα έγιναν τέσσαρα
δημοψηφίσματα και εξαιρουμένης της διαδικαστικής παρωδίας του 1968 τρία,
δηλαδή το 1924, το 1935 και το 1974. Οι
τρείς αυτές διαδικασίες συγκεντρώνουν τα χαρακτηριστικά που επιτρέπουν να
χαρακτηριστούν ως δημοψηφίσματα.
72. Από τα
τρία δημοψηφίσματα των ετών 1924, 1935
και 1974 μόνο το τ ε λ ε υ τ α ί ο δεν
αμφισβητήθηκε. Τα πρώτα οκτώ δημοψηφίσματα χαρακτηρίζονται προσωπικά
δημοψηφίσματα, που διεξήχθησαν κάτω από συνθήκες όχι ευνοϊκές[109] για την ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής
θέλησης. Οι συνθήκες διεξαγωγής όλων αυτών των δημοψηφισμάτων, εκτός του
τελευταίου, τα καθιστούν διαβλητά. Αντίθετα το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974 υπήρξε γνήσιο δημοψήφισμα. Κατά την
διενέργειά του εξασφαλίστηκαν οι απαραίτητες συνθήκες για την ελεύθερη εκδήλωση
της λαϊκής θέλησης. Το τελευταίο δημοψήφισμα διαφέρει από τα δύο προηγούμενα,
εκτός από τις συνθήκες διεξαγωγής και κατά το ότι ο λαός δεν κλήθηκε να
επικυρώσει προαπόφαση, που είχε ήδη ληφθεί από αντιπροσωπευτικό σώμα. Στις δύο
προηγούμενες περιπτώσεις είχε προηγηθεί η μεταβολή του πολιτεύματος και ο λαός
κλήθηκε απλά για να την επικυρώσει.
73. Χαρακτηριστικό
των επτά από τις οκτώ διαδικασίες (δηλαδή όλων εκτός εκείνης του
1968) είναι, ότι κατά κάποιο τρόπο
αναφέρονται στο π ο λ ι τ ε ι α κ
ό, στην βασιλεία, είτε ως γενικότερο
θέμα, είτε αναφορικά προς συγκεκριμένο μονάρχη, στην εγκατάσταση ή την έξωση της βασιλείας[110].
74. Η ελληνική συνταγματική ιστορία επεφύλαξε στο
δημοψήφισμα μια “ιδιότυπη” θέση. Το δημοψήφισμα ανάχθηκε σε “΄ύ π α τ η δ ι α δ ι κ α σ ί α”, η οποία χρησιμοποιείται
χωρίς να προβλέπεται συνταγματικά και πάντοτε έχει πολιτειακό χαρακτήρα. Στις ιδιαιτερότητες
της εμφάνισης του θεσμού στον ελληνικό χώρο ανήκει πράγματι,
ότι τα δημοψηφίσματα που διεξήχθησαν δεν
προβλέπονταν από τα εκάστοτε ισχύοντα Συντάγματα. Τα δημοψηφίσματα στην
Ελλάδα διενεργήθηκαν σε ιστορικά ανώμαλες περιόδους, σε ιδιαίτερα οξυμένες
φάσεις της ελληνικής συνταγματικής
ιστορίας. Το δημοψήφισμα απέκτησε τον ρόλο της
" ύπατης διαδικασίας" που χρησιμοποιείται - ανεξάρτητα από το
ότι δεν προβλέπεται από το Σύνταγμα -
για την επίλυση του "υψίστου θέματος" του πολιτειακού, της μορφής του πολιτεύματος
ως αβασίλευτης ή βασιλευόμενης δημοκρατίας.
75. Δύο, τα δικτατορικά δημοψηφίσματα των ετών 1968
και 1973, θέτουν στην "κρίση του λαού" συνταγματικές διατάξεις.
Συνταγματικό χαρακτήρα έχουν τα πέντε από τα οκτώ "δημοψηφίσματα"
δηλαδή οι διαδικασίες που πργματοποιήθηκαν τα ετη, 1924, 1935, 1968, 1973 και
1974.- Από τις διαδικασίες αυτές οι
τέσσαρες αναφέρονται στην μεταβολή του πολιτεύματος και μία, η διαδικασία του
1968 στην "έγκριση " Συντάγματος χωρίς να τίθεται ζήτημα μεταβολής
του πολιτεύματος.
76. Από την εισαγωγή του θεσμού με το Σύνταγμα του
1975 μέχρι σήμερα το δημοψήφισμα βρέθηκε επανειλημένα στο κέντρο της
επικαιρότητας. Κατά καιρούς διάφορα πολιτικά κόμματα ζήτησαν την διεξαγωγή
δημοψηφίσματος για διάφορα ζητήματα.
Ζητήθηκε έτσι η διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τις αμερικανικές βάσεις,
για τον καθορισμό των σχέσεων Ελλάδας και ΝΑΤΟ,
για την ένταξη της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, για το ζήτημα των
12 μιλίων ,
για το ζήτημα των Σκοπίων, για την επικύρωση της Συνθήκης του Μάαστριχτ
κλπ.
77.Στην Ελλάδα, παρά το ότι υπήρχαν και υπάρχουν
πολλά θέματα των οποίων πράγματι ενδείκνυται η με δημοψήφισμα ρύθμιση ο
ελληνικός λαός ουδέποτε κλήθηκε μετά από
προηγούμενη ενήμέρωση να εκφράσει την θέλησή του για συγκεκριμένο ζήτημα εκτός
από το πολιτειακό. Ναι μεν ο “ύπατος ρόλος” του δημοψηφίσματος, του προσέδωσε
πράγματι ιδιαίτερο κύρος, πλην όμως ο θεσμός δεν αξιοποιήθηκε για την παροχή
λύσεων και για άλλα ζητήματα. Στερήθηκε έτσι ο έλληνας ψηφοφόρος από την
δυνατότητα να αποφασίζει μέσα από την διαδικασία των δημοψηφισμάτων για σοβαρά
εθνικά και κοινωνικά θέματα. Η Ελλάδα
ανήκει στις ελάχιστες εξαιρέσεις των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στις οποίες δεν έχει αξιοποιηθεί ο θεσμός του
δημοψηφίσματος. Η επί μεγάλο χρονικό διάστημα (1974-2015) μη ενεργοποίηση του
δημοψηφίσματος - και κυρίως μετά την προβλεψή του με το Σύνταγμα του 1975 - επιβεβαιώνει
την άποψη, ότι το κυβερνητικό
δημοψήφισμα δεν αρκεί. De constitutione ferenda είναι απαραίτητη η διαμόρφωση του θεσμού και η
εισαγωγή και του αντιπολιτευτικού δημοψηφίσματος, η εξασφάλιση δηλαδή στην
αξιωματική αντιπολίτευση της δυνατότητας να προκαλεί την διεξαγωγή
δημοψηφίσματος, όπως επίσης και κυρίως του δημοψηφίμσατος με πρωτοβουλία των
πολιτών.
78. Το Δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015
αναμένεται να αποτελέσει την έναρξη και άλλων μελλοντικών δημοψηφισμάτων για
βασικά θέματα που απασχολούν τον Ελληνικό Λαό, ‘όπως ακριβώς συνέβη και σε
άλλες ευρωπαϊκές (και εκτός Ευρώπης) Χώρες.
[1] Βλ.
ενδεικτικά: Α κ α δ η μ ί α Α θ η ν ώ ν,
Δημοσιεύματα της Επιτροπής Ερευνών τ. 2. Η Αθηναϊκή Δημοκρατία. Μελέτες για το
πολίτευμα και την ιδεολογία των Αθηναίων. 1995.- Βλ. επίσης τον τ.όμο , Συμβολές στην έρευνα
του αρχαίου ελληνικού και ελληνιστικού δικαίου, 1992.- Β ε λ ι σ σ α ρ ο π ο ύ λ ο υ - Κ α ρ ά κ ω σ
τ α, Θεσμοί της αρχαιότητας Ι. η πόλις, 1987.-
B i s c a r d i ,
Αρχαίο Ελληνικό Δίκαιο, 1991.- Δ η μ ά κ η ς,
Πρόσωπα και Θεσμοί της Αρχαίας
Ελλάδας 1994.- F a r r a r, Οι αρχές της δημοκρατικής σκέψης στην κλασική
Αθήνα, 1991.- Κ α σ τ ο ρ ι ά δ η ς, Η αρχαία ελληνική Δημοκρατία και η σημασία
της για μας σήμερα 1986.- M a c Do w e l l , Το δίκαιο στην Αθήνα των κλασικών χρόνων, 1988.-
Ο ίδιος Σπαρτιατικό Δίκαιο 1988.- Π ε τ ρ ο π ο ύ λ ο υ Γ., Α. Μνήμη επιμ. Π.
Δημάκη, τ. Α’ και Β’ 1984.- Τ ρ ι α ν τ α φ υ λ λ ό π ο υ λ ο ς, Ελληνικά
Δίκαια, 1978.-
[2] Βλ. την αναφερόμενη στην Ελβετία παράγραφο.
[3] Για τις σχέσεις άμεσης δημοκρατίας και
δημοψηφίσματος βλ. την σχετική παράγραφο.
[4] Ο όρος προέρχεται από την
συνέλευση των “εκκλήτων”δηλ. των ανδρών που καλούνταν από τον κήρυκα να
μετάσχουν στις συνεδριάσεις που λάμβαναν χώρα στην αγορά ή σε άλλο
προκαθορισμένο τόπο. Β ε λ ι σ σ α ρ ο π ο ύ λ ο υ - Κ α ρ ά κ ω σ τ α, Θεσμοί
της Αρχαιότητας, σ.146
[5] Οι μεν συγκροτούνταν κανονικά εντός ορισμένων
χρονικών ορίων τουλάχιστον μία φορά το μήνα για ζητήματα εκ των προτέρων και
σαφώς από το νόμο καθορισμένα: Οι δε σε έκτακτες περιστάσεις για κάθε αναγκαίο
ζήτημα (σύγκλητοι). Βλ. Σ γ ο υ ρ ί τ σ
α, Το δημοψήφισμα σ. 70-7.
[6] Είναι αμφίβολο αν η συμμετοχή ήταν υποχρεωτική. Η
πολιτεία πάντως με ποικίλα μέτρα διευκόλυνε την προσέλευση εκείνων κυρίως των
πολιτών που κατοικούσαν σε απομακρυσμένους δήμους με την παροχή χρηματικής
αποζημίωσης. Βλ. Σ γ ο υ ρ ί τ σ α, όπ.
παρ. σ. 72-73.- Β ε λ ι σ σ α ρ ο π ο
ύ λ ο υ, όπ.παρ. σ. 147.-
[7] Η Βουλή ήταν αρμόδια για τις σπουδαιότερες εσωτερικές
και εξωτερικές υποθέσεις πχ θέματα ειρήνης,πολέμου, οικονομική και εξωτερική
πολιτική, σύναψη ή διάλυση συμμαχιών, εκλογή των δέκα στρατηγών, ο έλεγχος των
δημόσιων λειτουργών, η κατασκευή δημοσίων έργων, ψήφιση νομοθετημάτων, απονομή
προνομίων,θανατική καταδίκη, εξορία πολιτών, συλλογή φόρων και δασμών, απόφαση
για δήμευση Στην πράξη όμως η εκκλησία περιοριζόταν από τη Βουλή, η οποία
εξέδιδε τα προβουλεύματα. Βλ. Σ γ ο υ ρ ί τ σ α, όπ. παρ.σ.
75.- “Οι συζητήσεις στην εκκλησία χαρακτηρίζονται από την ελευθερία του
λόγου (ισηγορία, παρρησία), αρχή η οποία πρέπει να εισήχθηκε,εθιμικά μάλλον
παρά με νόμο, γύρω στα μέσα του 5ου αιώνα πχ. Η συζήτηση καταλήγει σε ψηφοφορία
των παρόντων μελών, είτε με χειροτονία (φανερή ψηφοφορία), είτε με ψήφο
(μυστική).Για τη λήψη απόφασης αρκεί απλή πλειοψηφία. Κατά κανόνα οι αποφάσεις
της εκκλησίας ονομάζονται ψηφίσματα”. Βλ. Β ε λ ι σ σ α ρ ο π ο ύ λ ο υ όπ. παρ. σ. 147.
[9] Α ρ ι σ τ ο τ έ λ ο υ ς , Πολιτικά, ΙΙΙ 11
1281 α 39-13, 1284α 3.-
[10] Θ ο υ κ υ δ ί δ ο υ ς, Επιτάφιος Περικλέους, 41 επ.-
[11] Οι νόμοι κατά κανόνα περιείχαν γενικές διατάξεις. Ως
νόμοι θεωρούνταν αυτοί που είχαν θεσπίσει ο Δράκων (620 πχ),ο Σόλων (594 πχ)
και ο Κλεισθένης (510 πχ) και σπάνια μεταβάλλονταν.Τα ψηφίσματα ήταν ειδικοί
κανόνες δικαίου, που προϋπέθεταν την ύπαρξη νόμου, ήταν σύμφωνα με αυτούς, τα
οποία ψήφιζε η Εκκλησία του Δήμου ή κατ΄ εξουσιοδότηση της η Βουλή.Όμως κατά τη χρονική περίοδο 403-402 πχ περιείχαν
γενικές και όχι ειδικές και συμπληρωματικές διατάξεις με αποτέλεσμα να
συγχέονται εννοιολογικά με τους νόμους. Στην περίπτωση που η διάκριση μεταξύ
νόμων και ψηφισμάτων ήταν δυσχερής, η διαφοροποίησή τους ήταν εφικτή με βάση
τον τρόπο γένεσης, κατάργησης, τροποποίησης και δημοσίευσης τους. Βλ. Σ γ ο υ ρ
ί τ σ α, όπ. παρ. σ. 82. Αργότερα όμως ίσχυε η αρχή ότι κανένα ψήφισμα δεν
υπερισχύει των νόμων. Κάθε θέμα συνοδεύονταν από το προβούλευμα, δηλαδή είτε τη
σύμφωνη γνώμη της Βουλής των Πεντακοσίων για τα υπό κρίση ζητήματα, είτε την
απλή εισαγωγή τους στην εκκλησία για λήψη απόφασης.Κανένα ζήτημα δεν
επιτρεπόταν να εισαχθεί στην εκκλησία “απροβούλευτο” σύμφωνα με την τότε
ισχύουσα νομοθεσία. Βλ. Σ γ ο υ ρ ί τ σ α, όπ. παρ. σ. 76-78. Είναι
εμφανής η αλληλεξάρτηση της εκκλησίας
και της Βουλής η οποία εκφράζεται κυρίως στη φράση “έδοξε τη βουλή και τω
δήμω”. Η γνώμη της Βουλής δεν ήταν δεσμευτική. Η αποφασιστική αρμοδιότητα για
την ψήφιση του νόμου ή του ψηφίσματος ανήκε στην Εκκλησία του Δήμου. Το
κατ΄εξοχήν συμβουλευτικό σώμα της αθηναϊκής δημοκρατίας και αρμόδιο για την
έκδοση προβουλευμάτων για τα θέματα που εισάγονταν προς συζήτηση στην εκκλησία
του δήμου ήταν η Βουλή. Ο Σόλωνας ίδρυσε τη Βουλή των Τετρακοσίων, η οποία
αποτελούνταν από 100 βουλευτές από κάθε μία από τις τέσσερεις φυλές. Με τις
μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη (508 πχ) αυξήθηκαν τα μέλη της Βουλής από 400 σε
500. Η αθηναϊκή πολιτεία αριθμεί με αυτές τις αλλαγές. Ο αθηναϊκός δήμος
διαιρείται σε 10 φυλές και από καθεμία
λαμβάνονται 50 βουλευτές, οι οποίοι ονομάζονται πρυτάνεις. Βλ. αναλ. Β ε λ
ισσαροπούλου, όπ. παρ. σ. 159-163. Σ γ ο
υ ρ ί τ σ α, όπ. παρ. . σ. 68-70.
[12] Στην Αθηναϊκή Πολιτεία υπήρχαν
ειδικά μέσα που περιώριζαν την συχνή αλλαγή των νόμων. Εναντίον εκείνου που
πρότεινε νόμο , μπορούσε ο κάθε πολίτης να εγείρει τη “γραφή παρανόμων”.
Επιπλέον υπήρχε και η γραφή “νόμον μη επιτήδειον θείναι”, δηλαδή δίκη κατά της
θέσπισης νόμου που θα ερχόταν σε αντίθεση με τα συμφέροντα της πόλης.
Προκειμένου να λάβουν γνώση όλοι οι πολίτες, η πρόταση αναγραφόταν σε στήλη σε
δημόσιο τόπο. Στις προτάσεις που εισάγονταν για ψήφιση στην
εκκλησία ασκούσε αρχικά έλεγχο ο ΄Αρειος Πάγος, έπειτα δε ο εκάστοτε πρόεδρος ή
επιστάτη της εκκλησίας, ο οποίος με προσωπική του ευθύνη δεν έθετε σε ψηφοφορία τις εισαγόμενες για ψήφιση
προτάσεις, τις οποίες θεωρούσε παράνομες. Εάν παρά ταύτα εισήγοντο προς ψήφιση
παράνομες προτάσεις κάθε πολίτης διέθετε την
“γραφή παρανόμων”.Βλ. Σ γ ο υ ρ ί τ σ α, όπ. παρ. σ. 79-81. Προς αποφυγή
της πολυνομίας και της ύπαρξης νομοθετικών αντιφάσεων ίσχυε η αρχή των θεσμοθετών. Οι θεσμοθέτες
εθεωρούντο εγγυητές της νομοθετικής διαδικασίας και ήταν αρμόδιοι κάθε έτος να
προβαίνουν στις απαραίτητες διαδικασίες για τη διελεύκανση των νομοθετικών
δυσχερειών.Βλ. Σ γ ο υ ρ ί τ σ α, όπ. παρ. σ.82-84.
[13] Ο οστρακισμός, ο οποίος εφαρμόστηκε αρχικά το 487 πχ.
Αποτελεί ιδιαίτερο θεσμό της αθηναϊκής δημοκρατίας, μέσο προστασίας της από την τυραννίδα με
σκοπό την εξασφάλιση της κυριαρχίας του δήμου. Η εκκλησία του δήμου μπορούσε
κάθε χρόνο, μετά από μυστική ψηφοφορία με “όστρακα” να καταδικάσει σε εξορία 10
ετών, τα άτομα εκείνα που κρίνονταν ως επικίνδυνα για το δημοκρατικό πολίτευμα.
Βλ. Σ γ ο υ ρ ί τ σ α, σ. 70,87,88. -
Β ε λ ι σ σ α ρ οπ ο ύ λ ο υ, όπ.
παρ. σ. 149,150. Ο Οστρακισμός, εισήχθη
από τον Κλεισθένη και όπως γράφει ο Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, (22, 1 και
3) ήταν θεσμός προστασίας της αθηναϊκής δημοκρατίας από οποιονδήποτε εθεωρείτο
επικίνδυνος να την προσβάλει. Κατά την κυρία συνέλευση της έκτης πρυτανείας
ετίθετο σε ψηφοφορία, αν ήταν σκόπιμο να κινηθεί η διαδικασία του οστρακισμού. Αν ο λαός ψήφιζε υπέρ της
κίνησης της διαδικασίας, κατά την όγδοη
πρυτανεία κάθε πολίτης υποδείκνυε εκείνον, που θεωρούσε επικίνδυνο για την
δημοκρατία και ο οποίος κατά συνέπεια θα έπερεπε να απομακρυνθεί από την πόλη.
Η ψηφοφορία ήταν μυστική και γινόταν με αναγραφή του ονόματος εκείνου, που
επιθυμούσε ο ψηφοφόρος να "οστρακισθεί".σε κομμάτι κεραμιδιού
(όστρακο). Για να θεωρηθεί έγκυρη η ψηφοφορία έπρεπε να λάβουν μέρος
τουλάχιστον 6.000 πολίτες. Βλ. σχετ. B i s c a r d i,
όπ. παρ. σ. 133 επ.-
[14] Βλ. Σ γ ο
υ ρ ί τ σ α, όπ. παρ. σ 85.
[15] Οι πολίτες συμμετείχαν στη δικαστική εξουσία και
μέσω του δικαστηρίου της Ηλιαίας,” το οποίο είχε δικαιοδοσία επί όλων των
θεμάτων εκτός του φόνου που ανήκε στη δικαιοδοσία του Αρείου Πάγου, ο οποίος
θεωρούνταν και “φύλαξ των νόμων. Τα 6.000 μέλη του δικαστηρίου της Ηλιαίας
κληρώνονταν κάθε χρόνο ανά 600 από καθεμία από τις 10 φυλές”.
[16] Τ ρ ι α ν
τ α φ υ λ λ ό π ο υ λ ο ς, Αρχαία Ελληνικά Δίκαια σ. 54 επ.- Β ε λ ι σ σ α ρ ο
π ο ύ λ ο υ, όπ. παρ, σ. 143.
[17] Οι Σπαρτιάτες ελάμβαναν τις αποφάσεις “δια
βοής”. Στην περίπτωση του Πελοποννησιακού πολέμου, η Απέλλα αποφάσισε “δι΄
αναστάσεως των εκκλησιαζομένων και δια στάσεως τους σε δύο μέρη ανάλογα της
υποστηριζόμενης άποψης”. Ο λαός ήταν αρμόδιος
να δεχτεί ή ν΄ απορρίψει τις υποβαλλόμενες προτάσεις. Μεταγενέστερα οι γέροντες είχαν τη δυνατότητα ν΄ ακυρώσουν την απόφαση
της Απέλλας και να τη διαλύσουν. Για την Απέλλα βλ. Τ ρ ι α ν τ α φ υ λ λ ό π ο
υ λ ο, σ. 58 επ.
[18] Το Ψήφισμα του Εθνους που εκδόθηκε την νύχτα της
10ης Οκτωβρίου 1862, ΦΕΚ 1/15 Οκτωβρίου 1862, έχει ως εξής: Ψήφισμα του Εθνους.
Τα δεινά της πατρίδος έπαυσαν. Απασαι αι Επαρχίαι και η Πρωτεύουσα συνενωθείσαι
μετά του Στρατού έθεσαν τέρμα εις αυτά. Ως κοινή δε απόφασις του Ελληνικού
Εθνους ολοκλήρου κηρύττεται και ψηφίζεται. Η Βασιλεία του Οθωνος καταργείται. Η
Αντιβασιλεία της Αμαλίας καταργείται. Προσωρινή Κυβέρνησις συνιστάται 'οπως
κυβερνήσει το Κράτος μέχρι συγκαλέσεως της Εθνικής Συνελεύσεως συγκειμένης υπό
των εξής πολιτών. Δημητρίου Βούλγαρη Προέδρου, Κωνσταντίνου Κανάρη, Βενιζέλου
Ρούφου. Εθνική Συντακτική Συνέλευσις καλείται αμέσως προς σύνταξιν της
Πολιτείας και εκλογήν ηγεμόνος. Ζήτω το Εθνος . Ζήτω η Πατρίς.- Χαρακτηριστικό είναι ότι το Ψήφισμα του
Εθνους εμμένει στην βασιλεία ως πολίτευμα, υποσχόμενο την σύγκληση συντακτικής
συνέλευσης για την σύνταξη της πολιτείας και την ε κ λ ο γ ή
η γ ε μ ό ν ο ς. Με το Ψήφισμα
καταργείται η συγκεκριμένη δυναστεία των Βιττελσβάχων, η βασιλεία του Οθωνα και
η αντιβασιλεία της Αμαλίας.
[19] Η ματαίωση της σύμφωνα με το ψήφισμα του Εθμους
εκλογής ηγεμόνα από την Εθνοσυνέλευση
και η ανάθεση της εκλογής στο εκλογικό σώμα με "δημοψήφισμα", φέρεται
ως ελιγμός της κυβέρνησης Βούλγαρη σε συνεργασία με την αγγλική διπλωματία
προκειμένου να εξασφαλιστεί η εκλογή του Αλφρέδου. Βλ. Β ο υ ρ ν ά , όπ. παρ.
σ. 421. Το "δημοψήφισμα" οργανώθηκε ξαφνικά ώστε να μη δοθεί χρόνος
προετοιμασίας στις αντίθετες πολιτικές δυνάμεις. Η εγκατάλειψη της εκλογής από
την Εθνική Συνέλεσυση οφείλεται στους φόβους ότις από τις εκλογές θα
ανεδεικνύετο αντίθετη πλειοψηφία.
[20] Βλ. Β ο υ ρ ν ά, Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας,
1821 - 1909 σ. 421.- "Ψηφισμα της
Προσωρινής Κυβερνήσεως περί καθολικής ψηφοφορίας του Βασιλέως", ΦΕΚ αρ.
15/6 Δεκεμβρίου 1862.
[21] Βλ. Δ η μ η τ ρ ό π ο υ λ ο, Η γένεση του
κοινοβουλευτικού συστήματος κλπ σ. 123 και σημ. 9.-
[22] Βλ. Α λ ι
β ι ζ ά τ ο, Εσαγωγή στην ελληνική συνταγμτική ιστορία, σ. 76.-
[23] Βλ. για τα αποτελέσματα του
"δημοψηφίσματος", Β ο υ ρ ν ά , 'οπ. παρ. σ. 422.- Α σ π ρ έ α ,
Πολιτική Ιστορία τ. Α, σ. 265.-
[24] Ο Ρώσσος πρίγκιπας Λάιχτενμπεργκ, εγγονός του
Τσάρου Νικολάου του Α', υποστηρίχθηκε ως
αντίπαλος υποψήφιος του Αλφρέδου από την Ρωσσία και την Γαλλία. Συνολικά υπέρ Ρώσσων πριγκίπων δόθηκαν 10.129
ψήφοι.
[25] Βλ. Β ο υ ρ ν ά, όπ. παρ. σ. 422.- Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας διεβίβασε
πανηγυρικά κατά την συνεδρίαση της Εθνοσυνέλευσης της 22 Ιανουαρίου 1863 ο
βουλευτής συνταγματάρχης Πάνος Κορωναίος.
[26] Βλ. Σ γο υ
ρ ί τ σ α, Συνταγματικόν Δίκαιον, Α, σ. 138
επ.-
[27] Της
3ης Φεβρουαρίου1830.
[28]Σχετικά με την εκλογή του Γεωργίου συντάχθηκε στο
Λονδίνο την 1/13 Ιουλίου 1863 συνθήκη ανάμεσα στις προστάτιδες δυνάμεις και στη
Δανία. Η Β΄Εθνική Συνέλευση με ψήφισμα της της 15ης Ιουνίου 1863 εκήρυξε το
Γεώργιο ενήλικο.
[29] Ως "προσωπικό δημοψήφισμα" θεωρεί την
διαδικασία του Νοεμβρίου 1862 ο Β ε ν ι ζ έ λ ο ς. Βλ. Μαθήματα Συνταγματικού
Δικαίου σ. 264.-
[30] Βλ. Εφημερίς συζ. Β΄ Αναθ. Βουλής Ι, μ. Β΄ 1911,
σ.2382.- Σ γ ο υ ρ ί τ σ α ς , Το Δημοψήφισμα, σ. 194.-
[31] Ο θάνατός του κοφείλετο σε σηψαιμία που προκάλεσε
δάγκωμα πιθήκου.
[32] Σε σύνολο 369 εδρών οι αντιβενιζελικοί κέρδισαν
251.-
[33] Η παρέμβαση αυτή της Entente δεν είχε καμμία επίδραση στο εκλογικό σώμα,
εφόσον άλλωστε τα αποτελέσματα μεθοδεύθηκαν.΄Αλλωστε ο χρόνος ανακοίνωσής τους
ήταν τόσο μικρός και δεν ήταν αντικειμενικά δυνατό ν΄ασκήσουν επιρροή ακόμη και
σε περίπτωση διεξαγωγής γνήσιου δημοψηφίσματος.
[34] Γ ι α ν ν ο υ λ ό π ο υ λ ο ς, ΙΙΕ, τ. ΙΕ, σ. 150.-
[35] Βλ. Σ γ ου
ρ ί τ σ α, Το δημοψήφισμα, σ. 30.-
[36] Π ο λ υ γ
έ ν η ς , Το Δημοψήφισμα, σ. 25.- Σ γ ο υ ρ ί τ σ α ς , Το δημοψήφισμα, σ.
195.- Σ α ρ ί π ο λ ο ς , Το Σύστημα της Κοινοβουλευτικής Κυβερνήσεως, σ. 60.
υπ. 80.- Σ β ώ λ ο ς , Το νέο Σύνταγμα κλπ., σ. 155.- Κ υ ρ ι α κ ό π ο υ
λ ο ς, Ελληνικόν Συνταγματικόν Δίκαιον,
τ. Α΄ 1932, σ. 72 επ.- Θ η β α ί ο ς , Το νέον Δημοκρατικόν Πολίτευμα της
Γερμανικής Επικρατείας, 1922, σ. 82 επ. και 86 επ.- Τις προτάσεις αυτές του Δ.
Γούναρη επανέλαβε στην Αναθεωρητική Βουλή 1926-27 ο βουλευτής Β. Σαγιάς, βλ. Π
ο λ υ γ έ ν η όπου παραπάνω σημ. 26.-
[37] Κατά τον Σ
γ ου ρ ί τ σ α, Το δημοψήφισμα, σ. 30, η διαδικασία της 13ης Απριλίου 1924
συνιστά “προσωπικό δημοψήφισμα” (plebiscite) και όχι γνήσιο δημοψήφισμα (referendum).-
[38] Οι φιλοβασιλικοί διεμαρτύροντο για την αυθαίρετη,
όπως υποστήριζαν τροποποίηση του εκλογικού νόμου και για τις διώξεις εναντίον του φιλικού προς
αυτούς τύπου μετά το κίνημα του 1923.
[39] ΙΕΕ τ. ΙΕ,
σ. 280.-
[40] ΙΙΕ, τ. ΙΕ, σ. 281.-
[41] Βλ. Σ γο υ
ρ ί τ σ α, Συνταγματικόν Δίκαιον, Α, σ. 150.-
[42] Σ γ ο υ ρ ί τ σ α ς, Το Δημοψήφισμα, σ. 198, 199
και σημ. 2.-
[43] Βλ. τις αγορεύσεις Εφημερίς συζητήσεων
Δ΄Συντακτικής Συνέλευσης, τ. Γ΄, σ.838 επ. τ. Δ΄, σ. 188 επ., 250 επ., 308 επ.
[44] Εφημερίς συζητήσεων Δ΄Συντακτικής Συνέλευσης, Δ΄,
σ. 246.-
[45] Βλ. Κ ο μ ν η ν ό, Βιογραφία Γ. Παπανδρέου, σ.
209.-
[46] Βλ. Β ε ρ έ μ η, ΙΕΕ τ. ΙΕ σ. 292 επ.-
[47] Βλ. Κ ο μ ν η ν ό, όπ. παρ. σ. 210.-
[48] Βλ. Μ α ρ
κ ε ζ ί ν η, Πολιτική Ιστορία, τ. Δ' σ. 325.-
[49] Τελικά οι Βενιζελικοί δήλωσαν αποχή και η
συνεργασία των δύο παρατάξεων για την υποστήριξη του Κ. Δεμερτζή τερματίστηκε
άδοξα. Βλ. Β ε ρ έ μ η, όπ. παρ. σ. 293.-
[50] Ορθά δεν
αναφέρει την διαδικασία αυτή ως "προσωπικό δημοψήφισμα" ο Α λ ι β ι ζ ά τ ο ς. Βλ. Εισαγωγή στην
Ελληνική Συνταγματική Ιστορία σ. 137.-
[51] Σ.1927 άρθρ. 125 παρ. 1.-
[52] Σ.1927 άρθρ. 125 παρ.2.-
[53] Σ. 1927 άρθρ. 125 παρ. 5:
Η εθνική συνέλευσις δύναται να υποβάλη την περί αναθεωρήσεως απόφασίν της
εις δημοψήφισμα, οπότε αι αναθεωρούμεναι διατάξεις τίθενται εις εφαρμογήν εάν
εγκριθώσι παρά του λαόύ".
[54] Βλ. Σ π η λ ι ω τ ό π ο υ λ ο, σ. Η νομική φύση του δημοψηφίσματος σ. 322 σημ. 8.-
[55] Βλ. Σ π η λ ι ω τ ό π ο υ λ ο, σ. Η νομική φύση του δημοψηφίσματος σ. 322 σημ. 8.-
[56] Στις εκλογές αυτές ο κυβερνητικός
συνασπισμός του οποίου ηγούντο οι
Τσαλδάρης και Κονδύλης 'ελαβε το 65,04%
και 287 έδρεςκαι η Ενωση Βασιλοφρόνων
14,8% και 7 έδρες.
[57] Σε ομιλία
του στην Εθνοσυνέλευση ο Τσαλδάρης έλεγε την 1η Ιουλίου : Ημείς δεν επροετείναμεν εις τον λαόν
μεταβολήν του πολιτεύματος αλλ' ο κ. Μεταξάς και οι μετ' αυτού συμπράττοντες
έθεσαν αμέσως εις τον λαόν το ζήτημα της μεταβολής του πολιτεύματος. Ψηφίσατε
την Βασιλείαν, έλεγον. Ημείς δεν είχομεν το θέρρος να αποτολμήσωμε τοιαύτην
μεταβολήν διότι ενομίσαμεν και εξακολουθούμεν να νομίζωμεν, ότι την μεταβολήν
δύναται να την καμη μόνον ο λαός και μόνον αυτός έχει τοιούτον δικαίωμα".
Στις προγραμματικές δηλώσεις ο Π.
Τσαλδάρης τόνισε τα εξής: Το τοιούτον ζήτημα δύναται να λυθή μόνον όταν τίθεται
ειδικώς και μεμονωμένως προ του λαού ξένονον προς παν άλλο ζήτημα. Και εκ της
πολιτικής της Χώρας μας ιστορίας είναι γνωστόν, ότι πάντοτε οσάκις προεκλήθη
τοιούτον ζήτημα ετέθη προ του λαού μεμονωμένον δι ειδικού δημοψηφίσματος.
Τοιούτον δε δημοψήφισμα ενεργούμενον κατά τρόπον ασφαλίζοντα την ελευθερίαν της γνώμης εις πάντας, την
γνησιότητα της εκδηλώδεως της λαικής θελήσεως και εν γένει το κύρος αυτού,
αναμφισβητήτως θα παράσχη δια πάντα αποτέλεσμα απολύτως σεβαστόν, και θα
καταπαύσει η υφισταμένη καταστρεπτική έρις".
[58] Ο
Βενιζέλος έθεσε όρους για την αναγνώριση της παλινόρθωσης. Βλ. ΙΕΕ τ. ΙΕ σ.
372.- Εντονα κατά των πραξικοπηματιών
ανταέδρασαν ο Γ. Παπανδρέου και ο Αλ. Παπαναστασίου, οι οποίοι και εκτοπίσθηκαν
στη Μύκονο.-
[59] Βλ. Σ γο υ
ρ ί τ σ α, Συνταγματικόν Δίκαιον, Α, σ. 159.-
[60] Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτά, ψήφισαν 386. 383
περισσότεροι εκλογείς από τις αμέσως προηγούμενες εκλογές του 1933. Βλ. ΙΕΕ τ.
ΙΕ σ. 372.-
[61] Βλ. το σχετικό διάγγελμα, ΦΕΚ Α' 602/25 Νοεμβρίου
1935.-
[62] Αντίθετα, με την συμφωνία της Βάρκιζας είχε
προβλεφθεί ότι το δημοψήφισμα θα διεξήγετο πριν από τις εκλογές.
[63] Στις
εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946 το σύνολο του νομίμου πληθυσμού ανήρχετο σε
7.252.543 και οι ψηφίσαντες ήταν 1.121.695 δηλαδή το 15,49%. Η Ηνωμένη
Παράταξις Εθνικοφρόνων έλαβε 55,12% των ψήφων και 206 έδρες. Η
Εθνική Εμωσις (Βενιζέλος, Παπανδρέου, Κανελλόπουλος) κατέλαβε την
δεύτερη θέση με 19,68% των ψήφων και 68 έδρες.
Τρίτο σε σειρά επιτυχία ήλθε το Κόμμα των Φιλελευθέρων με 14,39% των
ψήφων και 48 έδρες και τέταρτο το Εθνικόν Κομμα Ελλάδος του Ν. Ζέρβα με ποσοστό
5,96% τωνψήφων και 20 έδρες.
[64] Στις προγραμματικές του δηλψσεις στην Δ'
Αναθεωρητική Βουλή ο πρωθυπουργός Κ. Τσαλδάρης
προσδιόρισε τον χαρακτήρα του δημοψηφίσματος "Περί επανόδου της ΑΜ
του Βασιλέως" και ανακοίνωσε ως ημερομηνία διεξαγωγής του την 1η
Σεπτεμβρίου. Στην συνέχεια υποστήριξε τα
εξής: Είναι γεγονός αναμφισβήτητον ότι η Χώρα διατελεί υπό το πολίτευμα της
Βασιλευομένης Δημοκρατίας, το οποίον εκφράζει ο καταστατικός χάρτης του
1864 ως αναθεωρήθη το 1911. Μόνη
εκκρεμότης παραμένει το γεγονός της εις το εξωτερικόν συνεχιζομένης αποδημίας
της ΑΜ του Βασιλέως, λόγω της εκδηλωθείσης επιθυμίας του να εξαρτήσει την
επιστροφήν αυτού εις την Πατρίδα μόνον
κατόπιν της επί τούτω εκφρασθησομένης γνώμης του Ελληνικού Λαού. Ο κυρίαρχος
Λαός εκδηλών ελευθέρως και ειλικρινώς την θέλησίν του θα καλέση τον έτερον
παράγοντα της πολιτείας να απαναλάβη εν τη Χώρα την άσκησιν των βασιλικών
αρμοδιοτήτων του, ολοκληρουμένης ούτω της πλήρους συνταγματικής ομαλότητος.
Αυτή είναι η έννοια του Δημοψηφίσματος
και επι τη βάσει ταύτης θα τεθεί εις τον Λαόν ερώτημα. " Βλ.
Πρακτικά της Δ' Αναθεωρητικής Βουλής, Συνεδρ. 13 Μαίου 1946.-
[65] ΦΕΚ Α'
205/30 Ιουνίου 1946.-
[66] Εγγεγραμένοι1.921.725. Ψήφισαν 1.664.920. Αποχή 256.920 ήτοι 13,37%.
Εγκυρα ψηφοδέλτια 1.661.060.- Ακυρα και λευκά 3.860.- Ελαβαν: ΝΑΙ (στην επάνοδο του Γεωργίου)
1.136.289 ήτοι 68,40%. - ΟΧΙ 524.771 ήτοι ποσοστό 31,60%.-
[67] Η δήλωση του Θ. Σοφούλη είχε ως εξής: "Το δημοψήφισμα τούτο
στερείται του ηθικού κύρους της αδιαβλήτου γνησιότητος. Αλλ' είναι επίσης
αναμφισβήτητον, ότι εδημιουργήθη δι' αύτού
νέα πολιτική πραγματικότης, την οποίαν ουδείς δύναται ούτε δικαιούται να
αγνοήση. Ημείς διατηρούντες την πίστιν ημών προς τα δημοκρατικάς μας αρχάς και
πεποιθήσεις, θα εξακολουθήσωμεν συμμετέχοντες εις την ενεργόν πολιτικήν ζωήν
της Χώρας εντός του πλαισίου της νέας πολιτικής πραγματικότητος." Βλ. ΤΟ
ΒΗΜΑ, 9/9/1946.-
[68] Τα προηγούμενα σχέδια συτναγμάτων στην Ελλάδα
συντάχθηκαν από συνατκικές ή αναθεωρητικές συνελεύσεις. Η δικατορική
κυβέρνηση της 21ης Απριλίου
"πρωτοτύπησε" και προκειμένου
να αποφύγει τις εκλογές, τις οποίες άλλωστε δεν είχε κατά νού, ανέλαβε η
ίδια ολόκληρο το συντακτικό έργο χωρίς
την παρεμβολή αντιπροσωπευτικού σώματος. Ενα περιπου μήνα αμέσως μετά την
κήρυξη της δικτατορίας, στις 30 Μαίου 1967, καταρτίστηκε 20μελής επιτροπή για
την αναθεώρηση του Συντάγματος υπό την
προεδρία του επίτιμου προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας Χ. Μητρέλια., η
οποία και συνεδρίασε για πρώτη φορά στις 16 Ιουνίου. Στις 16 Δεκεμβρίου η
επιτροπή συνεδρίασε δημόσια και ο πρόεδρός της δήλωσε ότι την 23η Δεκεμβρίου θα
παραδοθεί το σχέδιο Συντάγματος στην κυβέρνηση.
Το σχέδιο αυτό απετελείτο από 125 άρθρα. Κατά την παραλαβής του ο
δικτάτορας Γ. Παπαδόπουλος δήλωσε ότι για την έγκριση του σχεδίου θα διεξήγετο
δημοψήφισμα το επόμενο έτος. Στην
συνέχεια κλήθηκαν οι πολίτες, υπό καθεστός πάντοτε στρατιωτικού νόμου να εκφράσουν τις απόψςι
τους για συγκεκριμένα άρθρα του σχεδίου τα οποία εδημοσιεύοντο στον τύπο κατ'
εντολή της δικτατορικής κυβέρνησης. Μέσα από την διαδικαστική αυτή παρωδία
προσπάθησε η δικατατορία να προσδώσει "δημοκρατική επίφαση" στην
κατάρτιση και κατά συνέπεια και στο περιεχόμενο του συντάγματός της. Το "Σχέδιο Μητρέλια" τροποποιήθηκε
με το πρόσχημα των υποδείξεων του λαού και καταρτίστηκε από το υπουργικό
συμβούλιο δεύτερο σχέδιο, το οποίο και δόθηκε στην δημοσιότητα στις 11 Ιουλίου
1968. Ταυτόχρονα εξαγγέλθηκε η 29η Σεπτεμβρίου ως ημερομηνία διεξαγωγής του δημοψηφίσματος.
Επειδή όμως και το σχέδιο αυτό θεωρήθηκε από ορισμένους αξιωματικούς ως προοδευτικό, έγινε και νέα επεξεργασία από το
υπουργικό συμβούλιο και προέκυψς έτσι τρίτο σχέδιο το οποίο και δημοσιεύτηκε
στις 16 Σεπτεμβίου 1968, το οποίο και τέθηκε, υποτίθεται, στην κρίση του
ελληνικού λαού.
[69] ΦΕΚ Α' 150/5 Αυγούστου 1968.-
[70] Εγγεγραμένοι 6.516.285. Ψήφισαν 5.048.981. Εγκυρα
5.030.466. Ακυρα 18.515. Αποχή 1.467.304 (22,5%). ΝΑΙ 4.368.543 ήτοι ποσοστό 91,87%. - ΟΧΙ
391.923 ήτοι 7,76%.-
[71] ΑΠ 483/1968, 486/1968, 512/1968.-
[72] Στις 25 Μαίου 1973 το αντιτορπιλικό
"Βέλος" υπό τον πλοίαρχο Ν. Παπά, εγκατέλειψε κοινά γυμνάσια μοίρας
του ΝΑΤΟ και κατέφυγε στο ιταλικό λιμάνι Φιουμιτσίνο. Ο πλοίαρχο και 31 μέλη
του πληρώματος κατήγγειλαν την δικτατορία και ζήτησαν πολιτικό άσυλο.
[73] ΠΥΣ 67/15.6.1973, Περί του προτεινομένου προς τον
λαόν, δια την δια δημοψηφίσματος κύρωσίν του, σχεδίου Ψηφίσματος επί των
τροποποιήσεων του από 15ης Νοεμβρίου 1968 Συντάγματος, ΦΕΚ Α' 128/15 Ιουνίου
1973.-
[74]
Εγγεγραμένοι 5.840.000. Εγκυρα ψηφοδέλτια 4.934.424. ΝΑΙ (υπέρ του
σχεδίου 3.870.124 ήτοι ποσοστό 78,4%.- ΟΧΙ 1.064.300 ήτοι ποσοστό 21,6%.-
[75] ΑΠ Ολομ. 753/1973, ΝοΒ 1973 σ. 1355 επ., όπου και
η αγόρευση του εισαγγελέα του Αρ. Πάγου Π. Θεράπου.-
[76] Στην κυβέρνηση μετείχαν στελέχη των δύο πριν την
δικτατορία μεγάλων κομμάτων, της Ενώσεως Κέντρου και της ΕΡΕ και του
αντιδικτατορτικού αγώνα. Στον σχηματισμό της κυβέρνησης αυτής αντιτάχθηκαν
σοσιαλιστές και κομμουνιστές.
[77] Συντακτική Πράξις: "Περί αποκαταστάσεως της
δημοκρατικής νομιμότητας και ρυθμίσεως θεμάτων του δημοσίου βίου του οριστικού
καθορισμού του πολιτεύματος και της καταρτίσεως του νέου Συντάγματος της
Χώρας", ΦΕΚ Α, 213, 1.8.1975.-
[78] ΣΠ 1/1.8.1974
άρθρ. 15.-
[79] ΣΠ 1/1.8.1974
άρθρ. 1.-
[80] ΣΠ
1/1.8.1974 άρθρ. 2.-
[81] ΣΠ 1/1.8.1974
άρθρ. 2 και 3.-
[82] ΣΠ 1/1.8.1974
άρθρ. 2. Τα άρθρα 43 και 45 έως 53 του Σ, 1952 τελούν σε αναστολή.-
[83] ΣΠ 1/1.8.1974
άρθρ. 3.-
[84] ΣΠ 1/1.8.1974
άρθρ. 10 παρ. 1.-
[85] Υπεγράφη
στις 3 Οκτωβρίου 1974 και δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ Α 282 4.10.1975.-
[86] ΣΠ
4/4.10.1974 άρθρ. 1 παρ.1.-
[87] ΣΠ
4/4.10.1974 άρθρ. 1.-
[88] ΣΠ
4/4.10.1974 άρθρ. 2-5.-
[89] Το άρθρ. 1
παρ. 2 της "διαδικαστικής" ΣΠ της 4/4.10 1975 έχει ως εξής: "
Δια την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος και προς πλήρη κατοχύρωσιν της ελευθέρας
εκδηλώσεως της λαικής βουλήσεως, θα εφαρμοστούν αναλόγως οι διατάξεις της
νομοθεσίας περί εκλογής βουλευτών, ιδία δε ως προς τους αντιπροσώπους της
δικαστικής αρχής και την συγκρότησιν των Εφορευτικών Επιτροπών.
Αι λεπτομέρειαι της εφαρμογής των
σχετικών διατάξεων καθορίζονται δια Προεδρικού Διατάγματος, δια του οποίου θα
προβλέπεται υποχρεωτικώς η παρουσία εις τα εκλογικά τμήματα, επί ίσοις όροις,
ενός αντιπροσώπου διοριζομένου υπό των κεκηρυγμένων υπέρ της βασιλευόμενης και
ενός υπέρ της αβασιλεύτου δημοκρατίας".
[90] Στις
εκλογές κέρδισε η "Νέα Δημοκρατία" με ποσοστό 54,37% και ορκίστηκε νέα κυβέρνηση Κ. Καραμανλή στις
21 Νοεμβρίου 1974.-
[91] ΦΕΚ Α 323. ΠΔ 804 της 22/22.11.1974: Περί
προκηρύξεως δημοψηφίσματος δια τον καθορισμόν της μορφής του δημοκρατικού πολιτεύματος
της χώρας . Εν όψει της παρ. 1 του άρθρου 35 του Συντάγματος της 1ης ιανουαρίου
1952, εν συνδυασμώ προς τα άρθρα 1 και 2 της Συντακτικής Πράξεως της 1/1
Αυγούστου 1974, "περί αποκαταστάσεως της δημοκρατικής νομιμότητος και
ρυθμίσεως θεμάτων του δημοσίου βίου μέχρι του οριστικού καθορισμού του
πολιτεύματος και της καταρτίσεωςς νέου Συντάγματος της Χώρας:, του άρθρου 1 της
Συντακτικής Πράξεως της 3/4 ΟΚΤωβρίου 1974, :περί προσφυγής εις την λαικήν
ετυμηγορίαν προς ολοκλήρωσιν της δημοκρατικής νομιμότητος" (ακολουθεί
γνωμοδότηση του ΣτΕ).
Αρθρο μόνον.- Την 8ην Δεκεμβρίου του έτους 1974, ημέραν Κυριακήν και από
07.28' μέχρι 17.06' ώρας, θέλη ενεργηθή Δημοψήφισμα, δι' ού ο Ελληνικός λαός θα
αποφανθή δια της αμέσου και ελευθέρας εκφράσεως της βουλήσεως αυτού, περί της
μορφής του δημοκρατικού πολιτεύματος της Χώρας, ήτοι της "Βασιλευομένης
Δημοκρατίας" ή της "Αβασιλεύτου Δημοκραρίας" .- Βλ. για το
κείμενο και ΚΝοΒ 1974, σ. 1281.- Βλ.
επίσης ΦΕΚ Α 354 ΠΔ 805 της 26.11.1974:
Περί ρυθμίσεως λεπτομερειών εν σχέσει προς την εφαρμογήν τηςε εκλογικής
νομοθεσίας κατά την διεξαγωγήν του δημοψηφίσματος της 8ης Δεκεμβρίου 1974.-
[92]Βλ. Σ π η λ ι ω τ ό π ο υ λ ο,
[93] Εγγεγραμμένοι 6.244.539. Ψήφισαν 4.719.787. Αποχή
1.542.752. Εγκυρα 4.690.986. Ακυρα 28.801. Υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας
ψήφισαν 3.245.111 ήτοι 69,18%. Υπέρ της βασιλευόμενης δημοκρατίας ψήφισαν 1.
445. 875 ήτοι 30,82%. Αποχή 25,5%. Σε 30 εκλογικές περιφέρειες η αβασίλευτη
δημοκρατία έλαβε ποσοστά 60-70 %., ενώ στην Κρήτη έφθασε το 91%..
[94] Ως προς την εξέλγξη του κύρους των δημοψηφισμάτων
που προέβλεπε η διαδικαστική ΣΠ του Οκτωβρίου 1974, όριζε στο τελευταίο άρθρο 6
τα εξής: 1. Η εξέλεγξις και εκδίκασις
του κύρους των δια της παρούσης προβλεπομένων δημοψηφισμάτων ανήκει εις το εν
άρθρω 73 του προσωρινού Συντάγματος της 1ης Ιανουαρίου 1952 Δικαστήριον,
τηρουμένων αναλόγως των διατάξεων της νομοθεσίας περί ελέγχου του κύρους των
βουλευτικών εκλογών. Πάσα αναγκαία προς τούτο λεπτομέρεια κσθορίζεται δια Προεδρικού Διατάγματος. 2.
Από της επιψηφίσεως του νέου Συντάγματος,
ή της κυρώσεως αυτού δια λαικού δημοψηφίσματος, η Εθνική
Αντιπροσωπεία μετατρέπεται εις απλήν Βουλήν".
[95] ΣΠ
4/4.10.1974 άρθρ. 3 και 4 παρ.1
και 2.-
[96] ΣΠ
4/4.10.1974 άρθρ. 4 παρ.2.-
[97] Η προθεσμία παρατάθηκε με το υπό στοιχ. Ι'/9/11
Απριλίου 1975 ψήφισμα μέχρι τέλους Μαίου. Με το ψήφισμα αυτό παρασχέθηκε στον
πρόεδρο της βουλής εξουσιοδότηση παράτασης για δέκα ακόμη ημέρες. Ο πρόεδρος
της βουλής με την από 30 Μαίου 1975 απόφασή του (Φ.Ε.Κ. Α/100/30.5.75)
παρέτεινε την προθεσμία μέχρι την 10η Ιουνίου 1979.
[98] ΣΠ
4/4.10.1974 άρθρ. 5.- Οπως ορίζε η ΣΠ για την περίπτωση αυτή,
εξουσιοδοτείτο η κυβέρνηση να υποβάλει στην λαϊκή έγκριση σχέδιο Συντάγματος το
οποίο θα προερχόταν από την ενσωμάτωση στο κυβερνητικό σχέδιο των διατάξεων που
εντωμεταξύ είχε ψηφίσει η εθνική αντιπροσωπεία και μετά από νομοθετική
επεξεργασία του τελικού σχεδίου από την ολομέλεια του ΣτΕ.- Βλ. επίσης και άραθρ. 7 του Γ' ψηφίσματος της
24/24.12.1974.-
[99]
Ψήφισμα Γ' της 24/24.12.1974,
"Περί συστάσεως ειδικής Επιτροπής
και ειδικού Κανονισμού των
εργασιών αυτής προς αναθεώρησιν και συμπλήρωσιν του Συντάγματος της 1ης
Ιανουαρίου 1952 ( ΦΕΚ Α' 375).-
[100] Ψήφισμα 24/24.12.1974 άρθρ. 1 παρ. 1.-
[101] Ψήφισμα 24/24.12.1974 άρθρ. 1 παρ. 2-4.-
[102] Η επιτροπή συστήθηκε από 37 βουλευτές κατ'
αναλογία της κοινοβουλευτικής δύναμης των κομμάτων. Πρόεδρος εκλέχτηκε ο βουλευτής επικρατείας
Κωνσταντίνος Τσάτσος. Οπως προέβλεπε το
Γ' ψήφισμα η επιτροπή διαιρέθηκε σε δύο
υποεπιτροές.
[103] Η ολομέλεια πραγματοποίησε
τριάντα δύο συνεδριάσεις. Η αντιπολίτευση
αποχώρησε από τις συζητήσεις την 21 Μαϊου 1975 και δεν έλαβε μέρος στις
τελευταίες πέντε συνεδριάσεις.
[104] Του άρθρου 5 παρ. 6 του Γ΄ ψηφίσματος του 1974 .-
[105] Στην συνεδρίαση ήταν παρόντες και το Σύνταγμα
ψηφίστηκε από τους 208 βουλευτές της
"Νέας Δημοκρατίας".
[106] "Περί ψηφίσεως και θέσεως εις
ισχύν του νέου Συντάγματος τηε Χώρας". Κατά το άρθρ. 1 του ψηφίσματος το
Σύνταγμα, που ψηφίστηκε από την Ε' Αναθεωρητική Βουλή "αποτελεί το οριστικόν Σύνταγμα της
Ελλάδος" και τίθεται σε ισχύ από
την 11η Ιουνίου 1975". Το νέο Σύνταγμα θα υπογραφεί από τον πρόεδρο της
βουλής και θα δημοσιευθεί από τον προσωρινό πρόεδρο της Δημοκρατίας με διάταγμα
προσυπογραφόμενο από τον πρόεδρο και τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου. Οπως
ορίζει το άρθρο 2 από την έναρξη της
ισχύος του νέου συντάγματος "παύει η αναθεωρητική αρμοδιότης της παρούσης
Βουλής, μετατρεπομένης εις απλήν Βουλήν". Το ψήφισμα και το νέο Σύνταγμα
δημοσιεύτηκαν στα ΦΕΚ 110 και 111 της 9ης Ιουνίου 1975 (τ.Α). Οι διορθώσεις ορισμένων παραδρομών δημοσιεύτηκαν
στα ΦΕΚ 141/ 16.7. 1975 σ. 866 και 168/12.8.1975 σ. 1138 του τ. Α.-
[107] Συνολικά ψήφισαν 298 βουλευτές. Υπερ της πρότασης της
κυβέρνησης ψήφισαν 178 βουλευτές (ΣΥΡΙΖΑ, Ανεξάρτητοι Έλληνες, Χρυσή Αυγή), ενώ
κατά ψήφισαν 120 βουλευτές (ΝΔ, Το Ποτάμι, ΚΚΕ, ΠΑΣΟΚ
Απόντες ήταν οι βουλευτές, Γιώργος Γαλέος (Χρυσή Αυγή) και Μαρία Αντωνίου (ΝΔ).
Οι βουλευτές του ΚΚΕ ψήφισαν κατά της πρότασης λέγοντας «"όχι" στην
πρόταση της κυβέρνησης, "ναι" στην αποδέσμευση από την ΕΕ».
[108] Επειδή η
διαδικασία του 1926 συγκεντρώνει τα στοιχεία ιδιότυπης προεδρικής εκλογής,
ορθότερο είναι καταρχήν να κατατάσσονται στον κατάλογο αυτό οι υπόλοιπες οκτώ
δημοψηφισματικές διαδικασίες. Στην διαδρομή της ελληνικής συνταγματικοπολιτικής
ιστορίας διεξήχθησαν λοιπόν οκτώ
"δημοψηφίσματα", από τα οποία
τέσσαρα διενεργήθηκαν πριν και
τέσσαρα μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο.
[109] Βλ. Σ π η
λ ι ω τ ό π ο υ λ ο, Η νομική φύση του δημοψηφίσματος σ. 320.- Β ο λ ο υ δ ά κ
η, Recherces
κλπ. σ. 209.-
[110]Το 1862 εκλέγεται μονάρχης χωρίς να αποφασίζεται η
μορφή του πολιτεύματος. Το 1920 χωρίς και πάλι να τίθεται πολιτειακό, το
"δημοψήφισμα" αναφέρεται στην επιστροφή συγκεκριμένου μονάρχη. Το
1924 επικυρώνεται η δημοκρατία και το 1935 η βασιλεία. Το 1946 η
δημοψηφισματική διαδικασία αφορά την
επιστροφή συγκεκριμένου μονάρχη. Το 1967 αφορά τυπικά την έγκριση Συντάγματος,
το 1973 την βασιλεία αλλά και συγκεκριμένα πρόσωπα. Τέλος το δημοψήφισμα του
1974 αφορά και πάλι τον καθορισμό της μορφής του πολιτεύματος.