Ανδρέας Γ. Δημητρόπουλος
Ομ. Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου
Νομικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών
Η ρύθμιση του άρθρου 37 του Συντάγματος και συγκεκριμένα η αναγκαστική διάλυση της Βουλής μετά την άκαρπη διερευνητική διαδικασία, δημιούργησε το φαινόμενο των "διδύμων* εκλογών κατά το οποίο, το αποτέλεσμα των πρώτων εκλογών γίνεται η αιτία διεξαγωγής σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα των αμέσως επόμενων, των δεύτερων δηλαδή εκλογών. Δεν πρόκειται απλώς για τη διεξαγωγή δύο εκλογών το ίδιο έτος όπως άλλωστε έχει συμβεί σε πολλές περιπτώσεις στην πολιτική ιστορία και την τελευταία φορά το 2015. Οι δίδυμες εκλογές γίνονται και οι δύο σε ελάχιστο χρονικό διάστημα μέχρι περίπου 40 ημέρες οι μεν από τις δε, με αιτία διεξαγωγής των δεύτερων την αδυναμία σχηματισμού κυβερνήσης από τη συγκεκριμένη Βουλή.
Τα θέματα που γεννώνται και αφορούν τις δύο αυτές εκλογές και το μεταξύ τους χρονικό διάστημα είναι πράγματι πολύ ενδιαφέροντα.
Και πρέπει ιδιαίτερα να τονιστεί ότι οι δεύτερες εκλογές δεν είναι "επαναληπτικές" εκλογές στην κυριολεξία του όρου, ο οποίος και χρησιμοποιείται για διαφορετικές περιπτώσεις. Δεν επαναλαμβάνονται οι ίδιες εκλογές άλλα διεξάγονται νέες δεύτερες εκλογές. Το φαινόμενο των δεύτερων εκλογών, που ζούμε τις μέρες αυτές εμφανίστηκε πρόσφατα και το 2012.
Το πρώτο χαρακτηριστικό όπως ήδη σημειώθηκε είναι ο εξαιρετικά λίγος χρόνος που μεσολαβεί ανάμεσα στις δύο εκλογές. Ο χρόνος αυτός δεν είναι μεγαλύτερος από τον απόλυτα αναγκαίο για την τήρηση των διαδικασιών, που προβλέπονται από το Σύνταγμα και τον προεκλογικών προθεσμιών που ορίζει η εκλογική νομοθεσία.
Την επομένη των εκλογών ημέρα Δευτέρα αφού ο πρόεδρος της τελευταίας Βουλής ενημερώσει επισήμως τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για τα αποτελέσματα αρχίζει η διερευνητική διαδικασία η οποία αποτελείται από δύο στάδια πρώτον τις διερευνητικές εντολές και δεύτερον την σύγκλιση των αρχηγών. Οι 3 διερευνητικές εντολές μπορούν να διαρκέσουν συνολικά εννέα ημέρες καθόσουν καθεμία διαρκεί τρεις ημέρες, είναι δυνατόν όμως η προθεσμία αυτή να παραταθεί επί ισοψηφίας με την τέταρτη διερευνητική εντολή η και να συντμηθεί σημαντικά όπως έγινε στην παρούσα περίπτωση. Την Δευτέρα 22 Μαΐου 2023 το μεσημέρι η πρώτη διερευνητική εντολή ανατέθηκε στον αρχηγό του πρώτου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος Κυρ. Μητσοτάκη, ο οποίος και την παρέδωσε το απόγευμα της ίδιας ημέρας. Την επόμενη 23 Μαΐου το πρωί κλήθηκε να αναλάβει τη διερευνητική εντολή ο αρχηγός του δεύτερου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος Α. Τσίπρας, ο οποίος και δεν την παρέλαβε λόγω έλλειψης προϋποθέσεων σχηματισμού κυβέρνησης και το απόγευμα της ίδιας ημέρας κλήθηκε ο αρχηγός του τρίτου κόμματος Ν. Ανδρουλάκης ο οποίος και κατέθεσε αμέσως την τρίτη εντολή. Την Τετάρτη 24 Μαΐου 2023 πραγματοποιήθηκε η δεύτερη φάση της διερευνητικής διαδικασίας, η σύγκλιση των αρχηγών η οποία υπήρξε και αυτή εξαιρετικά σύντομη. Έτσι η διερευνητική διαδικασία απέβη τελικά άκαρπη και θα διοριστεί υπηρεσιακή κυβέρνηση για τη διεξαγωγή των επόμενων εκλογών με πρωθυπουργό τον Ιωάννη Σαρμά προέδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου ο οποίος και θα ορκιστεί την Πέμπτη 25 Μαΐου ενώ την Παρασκευή 26 Μαΐου διορίζονται η υπουργοί της υπηρεσιακής κυβέρνησης (181η κυβέρνηση από συστάσεως του ελληνικού κράτους). Πρόκειται πράγματι για ρεκόρ σύντμήσης του χρόνου της συνταγματικής διερευνητικής διαδικασίας.
Το επόμενο "παράδοξο* στο μεταξύ των δύο εκλογών διάστημα είναι ο ελάχιστος χρόνος του βίου της Βουλής, που προέκυψε από τις πρώτες δηλαδή από τις εκλογές της 21ης Μαΐου. Η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης οδηγεί στην διεξαγωγή εκλογών η οποία όμως προϋποθέτει την διάλυση της Βουλής. Για να διαλυθεί όμως η Βουλή πρέπει προηγουμένως να συγκληθεί και να συγκροτηθεί σε Σώμα. Η ημερομηνία σύγκλησης της Βουλής αυτής ορίζεται ήδη στο προεδρικό διάταγμα με το οποίο προκηρύχθηκαν οι εκλογές της 21ης Μαΐου, και το διάταγμα αυτό ορίζει την 1η Ιουνίου 2023. Πρέπει πάντως να τονιστεί, ότι ο ορισμός ημερομηνίας σύγκλησης της νέας Βουλής ήδη με το διάταγμα προκήρυξης των εκλογών είναι θέμα, που αφορά την ομαλή πορεία και την ασφάλεια του δημοκρατικού κοινοβουλευτικού πολιτεύματος. Έτσι γεννάται το ερώτημα αν η ημερομηνία αυτή μπορεί να αλλάξει με νεότερο προεδρικό διάταγμα κάτι το οποίο όμως δεν έχει γίνει μέχρι στιγμής. Κάτ' οικονομία και λαμβάνομένου υπόψη του σκοπού της διάταξης, πρέπει να γίνει δεκτό ότι είναι δυνατή η σύντμηση όχι όμως και η παράταση τις ημερομηνίες σύγκλησης της Βουλής με νεότερο προεδρικό διάταγμα. Έτσι συντομεύει ο βίος της υπηρεσιακής κυβέρνησης και ο χρόνος ανάδειξης τακτικής της κυβέρνησης, κάτι πολύ σημαντικό για την διαχείριση των ζητημάτων που απασχολούν τη Χώρα ιδιαίτερα σε κρίσιμες περιόδους. Ενώ ο χρόνος διεξαγωγής των δεύτερων εκλογών έφερετο η 2α Ιουλίου ο χρόνος αυτός φαίνεται να συντομεύεται κατά μία εβδομάδα περίπου, την 25ηΙουνίου 2023.
Από τη στιγμή κατά την οποία η διερευνητική διαδικασία απέβη άκαρπη η αναδειχθείσα Βουλή είναι θνησιγενής, δεν έχει πλέον ζωή. Για να "πεθάνει" όμως πρέπει να ολοκληρωθεί ο τοκετός που άρχισε με τις εκλογές, πρέπει δηλαδή να συγληθει και να συγκροτηθεί σε σώμα. Την πρώτη μέρα θα ορκιστούν οι βουλευτές θα εκλέξουν τον νέο πρόεδρο της Βουλής και την δεύτερη μέρα θα εκλέξουν τα μέλη του προεδρείου. Αμέσως μετά μπορεί να εκδοθεί το διάταγμα διάλυσης της βουλής και να οδηγηθεί η χώρα στις δεύτερες εκλογές. Πρόκειται δηλαδή για μία Βουλή, που συγκροτήθηκε για να διαλυθεί, για μία Βουλή που ζει λίγες μόνο ώρες.
Οι δεύτερες εκλογές δεν θα διεξαχθούν με το ίδιο εκλογικό σύστημα. Η απλή αναλογική ήδη *κάηκε" όπως λέγεται, σε κάθε όμως περίπτωση η ψήφιση του νεότερου εκλογικού νόμου εισήγαγε και πάλι το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, της οποίας βασικό χαρακτηριστικό είναι η πριμοδότηση δηλαδή το μπόνους του πρώτου κόμματος με 50 συνολικά έδρες κλιμακωτά ήτοι με 20 έδρες εφόσον το πρώτο κόμμα λάβει 25% και από κει και πέρα με δύο έδρες για κάθε ποσοστιαία μονάδα και εφόσον φθάσει το 40% λαμβάνει το σύνολο της πριμοδότησης δηλαδή 50 έδρες. Λαμβανομένου υπόψιν και άλλων παραγόντων όπως και κυρίως του συνολικού ποσοστού των κομμάτων που τελικά δεν θα εκπροσωπηθούν στη Βουλή, το πρώτο κόμμα χρειάζεται ποσοστό περίπου 37% προκειμένου να αποκτήσει αυτοδυναμία, κάτι το οποίο δεν φαίνεται να αμφισβητείται στις επόμενες εκλογές.
Οι εκλογές της 21ης Μαΐου 2023 με μία ιστορικά πρωτόγνωρη για ομαλές συνταγματικοπολιτικές συνθήκες διαφορά σχεδόν 21 ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου κόμματος δημιούργησε ένα πολύ διαφορετικό πολιτικό σκηνικό. Στη Βουλή δεν υπάρχουν πλέον δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα τα οποία μπορούν να αναμετρηθούν στις επόμενες εκλογές για το ποιος θα αναλάβει τη διακυβέρνηση του τόπου. Στη Βουλή υπάρχει ένα μεγάλο πολιτικό κόμμα, 2 μικρομεσαία με ποσοστά από 10 έως 20% που διαφέρουν 8,5 περίπου μονάδες και τα υπόλοιπα μικρά κόμματα κάτω του 10%. Κάτω από αυτές τις συνθήκες το μεγάλο διακύβευμα των εκλογών που έρχονται δεν είναι τόσο η διακυβέρνηση αλλά η ανάδειξη όχι μόνο αριθμητικά αλλά και ουσιαστικά, αξιωματικής αντιπολίτευσης.